2/1 Ο βίος του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ
http://www.freemonks.gr/index.php?page=com&lang=1&id=60
Ο Άγιος των Κερκυραίων, και πολιούχος του νησιού, ο θαυματουργός Άγιος, που έσωσε πολλές φορές το νησί των Φαιάκων με τα θαύματα του από την καταστροφή και την πείνα, στον οποίο προστρέχουν χιλιάδες πιστοί μέχρι και σήμερα αναζητώντας παρηγοριά και βοήθεια, ο Άι-Σπυρίδωνας δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στο νησί.
Γεννήθηκε σε μία φτωχή οικογένεια στην Τριμυθούντα της Κύπρου, κοντά στη Σαλαμίνα, το 270 μ.Χ. Αν και ήταν ένας απλός και αγράμματος βοσκός ξεχώριζε για την πίστη του στο Θεό, την ταπεινοφροσύνη του και τη φιλανθρωπία του. Από το γάμο του απέκτησε μία κόρη, την Ειρήνη. Όταν χήρεψε στράφηκε ολοκληρωτικά στο Θεό και έγινε κληρικός. Η φήμη που απέκτησε ήταν τόσο μεγάλη που όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος Τριμυθούντος ο ίδιος ο πιστός λαός τον ανακήρυξε επίσκοπο.
Ακόμα και τότε ο Σπυρίδωνας δεν ξεχώριζε από τους υπόλοιπους φτωχούς ανθρώπους, που αποτελούσαν το ποίμνιο του. Φορούσε τα ίδια απλά και φτωχικά ρούχα με πριν, τον ίδιο σκούφο από φύλλα φοίνικα ενώ και ο βίος του ήταν το ίδιο φτωχικός καθώς όλα του τα υπάρχοντα εξακολουθούσε να τα μοιράζεται με τους φτωχούς. Παντού εξακολουθούσε να πηγαίνει με τα πόδια, ασχολείτο με τις αγροτικές εργασίες και συνέχιζε, ως καλός ποιμένας, να φυλάει το κοπάδι του. Η φήμη του μεγάλωσε ακόμη περισσότερο όταν με τα θαύματα του βοήθησε ανθρώπους που προσέτρεχαν στη βοήθεια του.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας στην Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 314 μ.Χ.
Ο Σπυρίδωνας ως επίσκοπος Τριμυθούντα πήρε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 314 μ.Χ., την οποία συγκάλεσε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, προκειμένου να αποφανθούν οι Πατέρες της Εκκλησίας περί των θεωριών του Αρείου.
Ό Άρειος, μορφωμένος Πατέρας από την Αλεξάνδρεια, θεωρούσε το Χριστό κτίσμα του Θεού και απέρριπτε την τρισυπόστατη φύση του. Ο Σπυρίδωνας, ήδη πολύ γνωστός για το θεόπνευστο κήρυγμα του, μολονότι ουσιαστικά αμόρφωτος, επέτυχε να αντιταχθεί στο λόγο του Αρείου και να αποδείξει την αληθινή φύση του Θεού, το ομοούσιο της Αγίας Τριάδας, με το γνωστό θαύμα με το κεραμίδι.
Αφού συνέκρινε την Αγία τριάδα –Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα- με το κεραμίδι και τα τρία συστατικά του που το κάνουν Ένα – φωτιά, νερό και χώμα- κράτησε στο χέρι του ένα κεραμίδι και αμέσως ξεπετάχτηκε από το χέρι του φωτιά. Στη συνέχεια έτρεξε προς τη γη νερό και στο τέλος απέμεινε στο χέρι του μόνο χώμα. Μπροστπά σ’ αυτό το θαύμα ο Άρειος καταντροπιασμένος ζήτησε συγνώμη.
Ο Σπυρίδωνας εκοιμήθη σε βαθιά γεράματα, στις 12 Δεκεμβρίου του 358 μ.Χ. σε ηλικία 88 ετών και ανακηρύχτηκε Άγιος από την Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας «φτάνει» στην Κέρκυρα
Όταν οι Σαρακηνοί πάτησαν το νησί της Κύπρου πιστοί άνοιξαν τον τάφο του Άγιου Σπυρίδωνα, προκειμένου να μεταφέρουν τα οστά του στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό να τα γλιτώσουν από τα χέρια των απίστων. Με έκπληξη όμως διαπίστωσαν ότι το σκήνωμα του Αγίου διατηρείτο άθικτο ενώ ο τάφος του μοσχοβολούσε βασιλικό.
Το ιερό λείψανο μεταφέρθηκε στη Βασιλεύουσα όπου και παρέμεινε μέχρι το 1456. Τότε, τρία χρόνια μετά την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς, ένας πρεσβύτερος, κερκυραϊκής καταγωγής, ο πάτερ Γεώργιος Καλοχαιρέτης, έκρυψε το ιερό σκήνωμα του Αγίου Σπυρίδωνα καθώς και της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, μέσα σ’ ένα καλάθι και αφού τα σκέπασε με χόρτα, τα φυγάδευσε από την τουρκεμένη Κωνσταντινούπολη.
Διασχίζοντας με μεγάλο κίνδυνο τη Θράκη, τη Μακεδονία και την Ήπειρο έφτασε στην Κέρκυρα. Τα ιερά λείψανα, που τοποθετήθηκαν αρχικά στο ναό του Αγίου Αθανασίου, τα κληρονόμησαν οι τρεις γιοί του του Καλοχαιρέτη, Μάρκος, Λουκάς και Φίλιππος. Το μερίδιο του ο Μάρκος, το σκήνωμα της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας, το δώρισε το 1483 στο λαό της Κέρκυρας. Οι κληρονόμοι του λειψάνου του Αγίου Σπυρίδωνα προσπάθησαν να μεταφέρουν το άγιο λείψανο εκτός της Κέρκυρας αλλά συνάντησαν τη σθεναρή αντίσταση των Κερκυραίων και εγκατέλειψαν το σχέδιο τους. Εν τέλει μεταβίβασαν τα δικαιώματα τους στην κόρη του Φιλίππου, Ασημίνα.
Το λείψανο πέρασε τελικά στην ιδιοκτησία της οικογένειας Βούλγαρη, ως προίκα της Ασημίνας, όταν παντρεύτηκε το Σταματέλλο Βούλγαρη το 1520. Από τότε και για τέσσερις αιώνες έως το 1925, βρισκόταν στην κυριότητα της οικογένειας. Αρχικά και μέχρι το 1528 το λείψανο μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό του Ταξιάρχου Μιχαήλ στο Καμπιέλο. Το 1528 ο Σταματέλλος Βούλγαρης το μετέφερε στο ναό, που έχτισε η οικογένεια προς τιμήν του Αγίου στο προάστιο του Σαρόκκου (Αγίου Ρόκκου). Ωστόσο το 1537,κατά τη διάρκεια της πρώτης πολιορκίας της Κέρκυρας από τους Τούρκους, το σκήνωμα μεταφέρθηκε για ασφάλεια στο ναό των Αγίων Αναργύρων στο Παλαιό Φρούριο και επέστρεψε μετά τη λύση της πολιορκίας.
Το 1577 αποφασίστηκε η κατεδάφιση του ναού, καθώς έπρεπε να επεκταθούν τα τείχη. Το λείψανο μεταφέρθηκε προσωρινά και πάλι στο ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων στη Γαρίτσα, μέχρι και το 1589, οπότε και πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια του σημερινού ναού, η ολοκλήρωση του οποίου έγινε περίπου το 1594, και παραμένει εκεί μέχρι και σήμερα.
Το 1967 ο ιερός ναός του Αγίου Σπυρίδωνος της Κέρκυρας αναγνωρίστηκε επισήμως ως ίδιον Ν.Π.Δ.Δ με Προεδρικό Διάταγμα, υπό την επωνυμία «Ιερόν Προσκύνημα Αγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας».
Πηγή: http://www.kerkyrainfo.gr
Ποιος είναι ό τελευταίος δίκαιος; Το όνομα Συμεών βρίσκεται στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Αυτός θεωρείται πρώτος και τελευταίος, δηλαδή τελευταίος του ιουδαϊκού νόμου και πρώτος του νόμου της θείας χάρης. Ήταν Ιουδαίος όσον άφορα τη θρησκεία, Χριστιανός όσον άφορα την ευχαριστία του προς τον Θεό. Νομικός όσον άφορα την ανάγνωση του νόμου, άγγελος όμως όσον άφορα την κατανόηση του νόμου.
Ο Συμεών, που πριν από λίγο αναφέραμε, αυτός που από τη φαρισαϊκή βλασφημία ξεπετάχθηκε σαν ρόδο μέσα από αγκάθια είναι ο πρώτος που γνωρίζουμε ότι απέκτησε την εύνοια της χάρης του Θεού. Ο Συμεών, που τόσο πολύ προχώρησε στη δικαιοσύνη, ώστε δέχτηκε προσωπικά θεϊκή προφητεία, που έλεγε πως δεν θα αφήσει την παρούσα πρόσκαιρη ζωή πριν αγκαλιάσει με τα ίδια του τα ανθρώπινα χέρια την αιώνια ζωή, δηλαδή τον Κύριο μας Ιησού Χριστό.
Ο δίκαιος λοιπόν Συμεών επιθύμησε να δει τον Κύριο πριν από την ενανθρώπησή του, όμως κατά την ενανθρώπησή του και τον είδε και τον κατάλαβε και τον αγκάλιασε και παρακάλεσε με το φθαρτό σώμα του να τον πάρει στα χέρια του, και με δουλικό φέρσιμο να φωνάξει δυνατά προς τον Δεσπότη του σύμπαντος, που είχε τη μορφή νηπίου, αυτό που πριν από λίγο ακούσαμε· «Τώρα, Κύριε, μπορείς ν' αφήσεις τον δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν τον Σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς. Είδα, τώρα μπορώ να πεθάνω, να μη παραμείνω στη γη. Να πεθάνω ειρηνικά, να μη παραμείνω εδώ με οδύνες. Είδα, να πεθάνω, είδα τη δόξα σου Κύριε, τους χορούς των αγγέλων, τη δοξολογία των αρχαγγέλων, την κτίση να σκιρτά από χαρά, τα επουράνια και τα επίγεια να επικοινωνούν. Τώρα να πεθάνω, να μη μείνω στη γη, να μη δω την αυθάδεια των ομοεθνών Ιουδαίων εναντίον σου, να μη δώ το ακάνθινο στεφάνι που έπλεκαν για σένα, να μη δώ τον δούλο να σε ραπίζει, να μη δω να σε τρυπούν με λόγχη, να μη δω τον ήλιο να σκοτίζεται, να μη δω τη σελήνη να χάνει το φως της, να μη δω τα στοιχεία της φύσης να αλλοιώνονται, να μη σε δω σταυρωμένο, να μη δω τις ταφόπετρες να σπάνε, να μη δω το παραπέτασμα του Ναού να σχίζεται στα δύο. Επειδή και τα στοιχεία της φύσης ακόμη δεν μπορούσαν να ανεχτούν αυτήν την ύβρη, πονούσαν μαζί με τον Δεσπότη. "Τώρα, Κύριε, μπορείς ν' αφήσεις τον δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν τον Σωτήρα, που ετοίμασες για όλους τούς λαούς"».
Τί λέει σχετικά ο Ευαγγελιστής; «Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Πνεύμα το άγιο. Του είχε φανερώσει το άγιο Πνεύμα, ότι δεν θα πεθάνει προτού να δει τον Μεσσία. Τότε το άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο Ναό». Τί σημαίνει· «Το άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο Ναό»; Άκουσε προσεχτικά. Ενώ ο Συμεών βρισκόταν στο σπίτι του και προσευχόταν σιωπηλά να πραγματοποιηθεί η προφητεία, ο Ιωσήφ και η Παρθένος από δική τους πρωτοβουλία σκέφτηκαν να πάνε τον μικρό Ιησού στο Ναό, για να εκτελέσουν τα καθιερωμένα για τα νήπια. Εκείνη τη στιγμή το άγιο Πνεύμα δραστηριοποίησε την προφητεία και παρακίνησε τον Συμεών λέγοντας του· «Σήκω, γέροντα, γιατί μένεις άπραγος; Ήλθε η ώρα να πραγματοποιηθεί η προφητεία. Τρέχα γρήγορα. Έφτασε αυτός που θα σε απαλλάξει απ' αυτήν τη ζωή. Ταρακούνησε τους κενούς τάφους. Προετοίμασε τον τάφο σου. Τακτοποίησε τις υποθέσεις του σπιτιού σου. Ήλθε αυτός που θα σε απαλλάξει απ' αυτήν τη ζωή. Ήλθε ο Εμμανουήλ. Τρέξε στο Ναό και εκεί προφήτευσε τί θα συμβεί στο ιερό νήπιο».
Μετά από αυτά ο Συμεών ανανεωμένος με τα γρήγορα φτερά που χαρίζει η επιθυμία, ανακουφισμένος από το άγιο Πνεύμα, πρόφθασε τον Ιωσήφ και την Παρθένο στο Ναό, το παιδί που κρατούσαν όμως στην αγκαλιά δεν το πρόλαβε. Γιατί πώς θα μπορούσε να προλάβει ή πού θα μπορούσε να προλάβει τον πανταχού παρόντα;
Τον Ιωσήφ και την Παρθένο τους πρόλαβε ο Συμεών στο Ναό, όπου στάθηκε κοντά στις θύρες περιμένοντας την αποκάλυψη του αγίου Πνεύματος.
Ενώ βρισκόταν στο Ναό, έβλεπε πολλές μητέρες να εισέρχονται στο ιερό μαζί με τα βρέφη τους, για να τελέσουν τη θυσία του καθαρισμού, και ανάμεσα σ' αυτές βρισκόταν κι αυτή που κρατούσε το μοναδικό τέκνο. Ο Συμεών στρέφοντας δεξιά κι αριστερά τα μάτια του, καθώς έβλεπε πολλές μητέρες με τη γνωστή ανθρώπινη εμφάνιση και μόνον την Παρθένο περιτριγυρισμένη από άπειρο θεϊκό φως, έτρεξε και αφού προσπέρασε όλες τις υπόλοιπες μητέρες φώναζε δυνατά σ' όλους· «Ανοίξτε δρόμο για να φτάσω σ' αυτόν που ποθώ, για να δω αυτόν που με γνωρίζει ήδη. Γιατί οι δούλες συναγωνίζεστε τη Δέσποινα; Γιατί προσφέρετε τα παιδιά σας στο θυσιαστήριο; Φύγετε από δω, να τα προσφέρετε πλέον σ' αυτό το βρέφος, που είναι αρχαιότερο και από τον Αβραάμ».
Έν τω μεταξύ κρατώντας στην αγκαλιά του ο Συμεών τον Κύριο, που είχε τη μορφή νηπίου, ευλόγησε τον Ιωσήφ και τη Μαρία, τροποποίησε την προφητεία του Κυρίου λέγοντας στην Παρθένο· «Γιατί παρατηρείς Παρθένε αυτό το παιδί που είναι και δεν είναι δικό σου; Παρέμεινες βέβαια όπως ήσουν και πριν γεννήσεις. Γιατί το θηλάζεις συχνά, θέλεις να έχεις εύρωστο παιδί; Δεν χρειάζεται τροφή αυτός που χορήγησε το μάννα. Γιατί το χαϊδεύεις απαλά το μωρό και θέλεις να το κοιμίσεις; Δεν νυστάζει, δεν κοιμάται σύμφωνα με τη θεϊκή υπόσταση που κρύβεται μέσα του. Ο Προφήτης λέγει γι' αυτό- «Δεν θα νυστάξει, ούτε θα κοιμηθεί ο Κύριος, ο οποίος περιφρουρεί τον Ισραήλ». Γιατί παρατηρείς αυτό το παιδί Παρθένε; Με τη θεϊκή δύναμη που κρύβεται μέσα του άπλωσε τον ουρανό από την μια άκρη του ορίζοντα ως την άλλη σαν πολύτιμο δερμάτινο κάλυμμα σκηνής, κρέμασε τη γη από το τίποτε, το νερό το έβαλε θεμέλιο στη γη. Αυτό το παιδί, έξοχη Παρθένε, κατευθύνει τον ήλιο, καθοδηγεί τη σελήνη, χορηγεί τους ευνοϊκούς για τον άνθρωπο άνεμους. Αυτό το παιδί, Παρθένε, είναι ο Δεσπότης όλων των όντων, γι' αυτό εσύ που άκουσες ότι έχει τέτοια δύναμη, απ' αυτό το παιδί μην προσδοκάς κοσμική αλλά πνευματική ευφροσύνη. Γιατί βέβαια «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι».
Αυτά είπε πριν από λίγο ο Συμεών στην Παρθένο με την αποκάλυψη του αγίου Πνεύματος για τον Ιησού που φαινόταν σαν νήπιο• «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες». Γιατί να καταστραφούν και γιατί να σωθούν; Είναι αληθινό βέβαια αυτό που λέγεται για τον Κύριο. Γιατί ο Συμεών δεν μίλησε αφ' εαυτού του, αλλά με την αποκάλυψη του αγίου Πνεύματος είπε ό,τι είπε για τον Κύριο στην Παρθένο λέγοντας «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες», δηλαδή θα συντελέσει στην καταστροφή των απίστων και στην ανάσταση των πιστών. Στην καταστροφή της Συναγωγής και στην ανάσταση της Εκκλησίας, στην καταστροφή των δαιμόνων και στην ανάσταση των αγίων, όπως, παραδείγματος χάριν, σώζεται ο Ματθίας και καταστρέφεται ο Ιούδας, σώζεται ο ληστής από τα δεξιά του σταυρού και καταστρέφεται αυτός που ήταν στα αριστερά, γιατί ο πρώτος έδειξε ευσέβεια, ενώ ο δεύτερος βλασφήμησε.
«Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες, θα είναι σημείο αντιλεγόμενο». Είναι αληθινά αυτά τα λόγια, γιατί έγινε σημείο αντιλεγόμενο ο Κύριος μας με τη γέννα της Παρθένου, επειδή θεωρήθηκε μέγα θαύμα το να γεννήσει παρθένος και να παραμείνει συγχρόνως παρθένος. Το ότι η Παρθένος είναι ένα μεγάλο θαύμα, άκουσε αυτό που είπε ο Ησαΐας στο βιβλίο του, όταν απευθύνθηκε στον Άχαζ· «Ζήτησε από τον Κύριο να γίνει κάποιο θαύμα είτε στα βάθη της γης είτε στα ύψη του ουρανού. Απάντησε ο Άχαζ· Δεν πρόκειται να ζητήσω τέτοιο θαύμα και να θέσω κατά κάποιο τρόπο τον Κύριο σε πειρασμό, γιατί θα σας δώσει ο ίδιος ο Κύριος σημείο, δηλαδή ένα θαύμα». Ποιό είναι αυτό; «Να, η παρθένος θα συλλάβει». Γι' αυτό το δεσποτικό θαύμα, ότι δηλαδή θα γεννήσει η παρθένος, που επρόκειτο στο μέλλον να αμφισβητηθεί από πολλούς με φιλόνεικη διάθεση, ο Συμεών προφήτευσε στην Παρθένο λέγοντας τί θα συμβεί στο μέλλον «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες, θα είναι σημείο αντιλεγόμενο, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος
για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι».
Εξαιτίας αυτού μερικοί νόμισαν πως η μητέρα του Κυρίου θα έχει μαρτυρικό θάνατο με ξίφος, επειδή ο Συμεών είπε- «Σε σένα ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι». Όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, γιατί το δίκοπο μαχαίρι που αποτελείται από χαλκό διατρυπά το σώμα, τη ψυχή όμως δεν μπορεί να την διχοτομήσει.
Γι' αυτό μέχρι σήμερα η Παρθένος είναι αθάνατη, αφού αυτός που κατοίκησε μέσα της την μετέφερε σε περιοχές, όπου μόνο με ανάληψη μπορεί να πάει κανείς. Τί λοιπόν θέλει να πει ο Συμεών για τον θάνατο λέγοντας· «Για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι»; Με τη λέξη ρομφαία εδώ ο Συμεών εννοεί την οδύνη της Παρθένου που θα διαπεράσει την ψυχή της και εξαιτίας της οποίας επρόκειτο να πονέσει, αφού θα έβλεπε να χάνεται αυτός που ήλθε να βρει και να σώσει αυτούς που έχασαν τον δρόμο τους. Το ότι ένιωσε οδύνη, επειδή νόμισε ότι είχε χάσει τον καρπό της παρθενικής μήτρας της, δηλαδή το γιό της, το ακούσαμε στο Ευαγγέλιο, όταν ο ευαγγελιστής Λουκάς είπε:
«Όταν ο Ιησούς έγινε δώδεκα χρονών». Τί συνέβη• «Όταν έγινε δώδεκα χρονών ο Ιησούς»; Η έννοια των λόγων με τη βοήθεια του ίδιου του λόγου ξεκαθαρίζει και η απορία αντιμετωπίζεται με τήν απορία. «Όταν έγινε δώδεκα χρονών». Ποιος είναι αυτός; Ο Θεός Λόγος, ο μονογενής Υιός του Θεού, αυτός που υπάρχει πριν γίνει ο κόσμος, αυτός που δημιούργησε πολύ παλαιά τον χρόνο του ορατού κόσμου, αυτός που γεννήθηκε πριν από τον χρόνο...
(Δ.Τσάμη, «Θεομητορικόν»,τ. Γ΄)
https://agiameteora.net/
ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΡΑΣ
Ο Άγιος Στέφανος
Ο Άγιος Στέφανος ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους μεταξύ των επτά διακόνων, πρώτος στη σειρά, που εξέλεξε η Εκκλησία της Ιερουσαλήμ για να διακονεί στα γεύματα και να μεριμνά για τις χήρες και τους φτωχούς, μετά από υπόδειξη των δώδεκα Αποστόλων (Πράξ. 6,1-6).
Ήταν επίσης και ο πρώτος Χριστιανός μάρτυρας (πρωτομάρτυρας) που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη (Πράξ. 22,20). Το πότε και που γεννήθηκε ο Στέφανος, δε γίνεται γνωστό μέσα από τις Πράξεις των Αποστόλων.
Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΤΑ ΔΙΑΚΟΝΟΥΣ
Στην πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων υπήρχαν δύο ομάδες πιστών: τη μια αποτελούσαν Ιουδαίοι, που μιλούσαν εβραϊκά, και την άλλη ελληνιστές Ιουδαίοι, που είχαν ζήσει σε ελληνιστικό περιβάλλον, είχαν γνωρίσει τα αγαθά του ελληνικού πολιτισμού και είχαν υποστεί επίδραση στη νοοτροπία και στη γλώσσα.
Από μέρους των Ελληνιστών υπήρξαν παράπονα ότι κατά την καθημερινή διανομή των τροφίμων παραμελούνταν οι χήρες τους. Οι Απόστολοι, αφού συγκέντρωσαν όλη την Εκκλησία, τους παρότρυναν να εκλέξουν επτά άντρες με καλή φήμη και γεμάτους σοφία, για να ασχοληθούν με τη διακονία των τραπεζών της αγάπης, ώστε εκείνοι να αφοσιωθούν απερίσπαστοι στο κήρυγμα. Πράγματι η Εκκλησία εξέλεξε επτά άντρες και οι Απόστολοι τους χορήγησαν το Άγιο Πνεύμα. Αυτοί οι επτά ονομάστηκαν Διάκονοι, γιατί το έργο τους ήταν η ανιδιοτελής προσφορά υπηρεσιών στην Εκκλησία. Όλοι είχαν ελληνικά ονόματα Στέφανος, Φίλιππος, Πρόχορος, Νικάνορας, Τίμωνας, Παρμενίωνας, Νικόλαος (Πράξ. 6,1-6).
Οι εφτά διάκονοι, επομένως, είχαν ιδιαίτερη θέση στη ζωή της πρώτης Εκκλησίας, το γεγονός ότι τα ονόματα τους ήταν ελληνικά, διευκόλυνε το άνοιγμα της Εκκλησίας στον ειδωλολατρικό κόσμο. Οι Πράξεις των Αποστόλων αναφέρουν ιδιαίτερες πληροφορίες για τη δράση δύο εκ των επτά διακόνων, του Στεφάνου και του Φιλίππου.
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
Ο Στέφανος ήταν άνθρωπος γεμάτος πίστη και πνευματικά χαρίσματα. Ήταν άνθρωπος "πλήρης πίστεως και Αγίου Πνεύματος" και είχε αφιερώσει τη ζωή του στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου και στη φιλανθρωπική δράση. Για την προσφορά και τις αρετές του τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας.
Πέρα από τη διακονία που είχε στην εκκλησία ο Στέφανος έβρισκε καιρό και δύναμη για να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Χριστού (Πραξ. 6,8-15. 7,1-60). Ταυτόχρονα ο Στέφανος έκανε μεγάλα και καταπληκτικά θαύματα ανάμεσα στο λαό, που προκαλούσαν κατάπληξη και αποδείκνυαν την αλήθεια του χριστιανικού κηρύγματος. Ακόμη, σε συζητήσεις που είχε με ανθρώπους της συναγωγής, η δύναμη και η σοφία του Αγίου Πνεύματος που πλήρωνε το Στέφανο, τους έκανε να μην μπορούν να τον αντιμετωπίσουν (Πράξ. 6,9-11).
Το κρίσιμο θέμα, γύρω από το οποίο περιστρέφονταν οι συζητήσεις, ήταν η σχέση του χριστιανικού μηνύματος με τον Ιουδαϊσμό. Ο Στέφανος απευθύνονταν στους αδελφούς και πατέρες του, όπως τους ονόμαζε, και τους έλεγε ότι ο Ναός και η ιδιαιτερότητα του ιουδαϊκού λαού ήταν πράγματα σεβαστά, αλλά σε μεγάλο βαθμό ξεπερασμένα. Είναι σκαλοπάτια στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου, που ξεπεράστηκαν με το έργο του Χριστού.
Αντίθετα, κατά τη γνώμη των Ιουδαίων, με επικεφαλής το ιερατείο, τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, ο Θεός ήταν αποκλειστικά δικός τους, έπρεπε να λατρεύεται στο Ναό και ο Μωσαϊκός Νόμος ήταν αιώνιος.
Με τη βαθιά θεολογική του κατάρτιση ανέτρεπε εύκολα τις κακοδοξίες των Ιουδαίων για το έργο του Χριστού, προκαλώντας την οργή και το φθόνο τους. Οι Ιουδαίοι επειδή δεν μπορούσαν να αντικρύσουν τα επιχειρήματά του κατέφυγαν στο δόλο και στη βία. Ξεσήκωσαν το λαό και τους προεστούς με ψευδομάρτυρες που έλεγαν ότι τον άκουσαν να διδάσκει βλάσφημα για το Μωυσή, το Ναό και το Θεό, τον άρπαξαν με μίσος και τον οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο, τάχα για να απολογηθεί.
Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
Η απολογία του Στεφάνου αποτελεί πρότυπο πίστης, τόλμης και θάρρους. Ο Στέφανος στην απολογία του, χωρίς να φοβηθεί καθόλου, έκανε μια εκτενή αναδρομή στην ιστορική πορεία του εβραϊκού λαού. Τους επισήμανε τις ευεργεσίες του Θεού προς το λαό, αλλά και τις παραλείψεις που πολλές φορές έδειξε ο λαός απέναντί στη συμφωνία με το Θεό. Τόνισε ιδιαίτερα την εχθρική στάση τους απέναντι στους Προφήτες, τους οποίους οι ίδιοι θανάτωσαν. Στη συνέχεια είπε ότι ο Θεός δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς και ολοκλήρωσε την απολογία του με οξύτατη κριτική στους θρησκευτικούς άρχοντες των Ιουδαίων (Πράξεις κεφ. 7).
Στο τέλος της απολογίας του και καθώς οι αρχιερείς εξαγριωμένοι έτριζαν τα δόντια τους, σηκώνοντας το βλέμμα του στον ουρανό και βλέποντας τη δόξα του Θεού και τον Ιησού να στέκεται στα δεξιά του Θεού είπε: "Βλέπω τον ουρανό ανοιχτό και τον Υιό του Ανθρώπου να στέκεται στα δεξιά του Θεού" (Πράξ. 7,55-56).
Στο άκουσμα των λόγων αυτών, τα μέλη του Συνεδρίου όρμησαν με μανία πάνω στο Στέφανο και τον έβγαλαν έξω από την πόλη για να τον θανατώσουν με λιθοβολισμό (Πράξ. 8,1). Ένας νεαρός, που τον έλεγαν Σαούλ, ανέλαβε να φυλάει τα ρούχα αυτών που λιθοβολούσαν. Αυτός ο νεαρός είναι ο μετέπειτα Απόστολος Παύλος.
Κατά το μαρτύριό του ο διάκονος Στέφανος προσευχόμενος είπε: "Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου". Κατόπιν πέφτοντας στα γόνατα ακολούθησε πιστά το παράδειγμα του Διδασκάλου του, ζητώντας από το Θεό να συγχωρήσει τους εκτελεστές του. Φώναξε δυνατά "Κύριε μην τους λογαριάσεις αυτή την αμαρτία" και ξεψύχησε, δίνοντας με τον τρόπο αυτό την ομολογία της πίστεως του.
Ήταν ο πρώτος Χριστιανός που μαρτύρησε για την πίστη του, γι' αυτό και ονομάστηκε Πρωτομάρτυρας. Η μορφή του είναι η αρχή της γενιάς των μαρτύρων, μιας λαμπρής γενιάς στην ιστορία της χριστιανικής Εκκλησίας. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία με ιδιαίτερη λαμπρότητα στις 27 Δεκεμβρίου, ενώ η ανακομιδή των λειψάνων του στις 2 Απριλίου.
Τον νεκρό πλέον Στέφανο τον έθαψαν και τον θρήνησαν (Πράξ. 8, 2), ενώ μετά το θάνατό του ακολούθησε διωγμός κατά των Χριστιανών. Κατά την παράδοση το λείψανό του μεταφέρθηκε από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη.
Η ΑΓΙΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
Κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο ο Στέφανος αγιογραφείται ως νεαρός διάκονος, φορώντας ωμοφόριο και ιερατικό χιτώνα. Σε παλαιότερες αναπαραστάσεις όμως φορά απλά ένα ιερατικό χιτώνα για διάκονο της ύστερης αρχαιότητας. Σε μία από τις αρχαιότερες αναπαραστάσεις στο Σαν Λορέντζο της Ρώμης με το βιβλίο του Ευαγγελίου, αργότερα εμφανίζεται σε αναπαραστάσεις με βράχο στο κεφάλι του, σαν σύμβολο της κατάληξής του. Στη Δύση πολλές φορές απεικονίζεται μαζί με ένα ακόμα διάκονο και μάρτυρα, τον Άγιο Λαυρέντιο της Ρώμης (+258).
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε· σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδες σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ Δεσπότης χθὲς ἡμῖν, διὰ σαρκὸς ἐπεδήμει, καὶ ὁ δοῦλος σήμερον, ἀπὸ σαρκὸς ἐξεδήμει· χθὲς μὲν γάρ, ὁ Βασιλεύων σαρκὶ ἐτέχθη, σήμερον δέ, ὁ οἰκέτης λιθοβολεῖται· δι᾽ αὐτὸν καὶ τελειοῦται, ὁ Πρωτομάρτυς καὶ θεῖος Στέφανος.
Και οι σαράντα αυτοί Άγιοι ήταν στρατιώτες στο πιο επίλεκτο τάγμα του στρατού του Λικινίου. Όταν αυτός εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, οι Άγιοι σαράντα συλλαμβάνονται αμέσως από τον έπαρχο Αγρικόλα (στη Σεβάστεια).
Στην αρχή τους επαινεί και τους υπόσχεται αμοιβές και αξιώματα, για να αρνηθούν την πίστη τους. Τότε ένας από τους σαράντα, ο Κάνδιδος, απαντά: «Ευχαριστούμε για τους επαίνους της ανδρείας μας. Άλλ’ ο Χριστός, στον όποιο πιστεύουμε, μας διδάσκει ότι στον καθένα άρχοντα πρέπει να του προσφέρουμε ό,τι του ανήκει.
Και γι’ αυτό στο βασιλέα προσφέρουμε τη στρατιωτική υπακοή. Αν, όμως, ενώ ακολουθούμε το Ευαγγέλιο, δεν ζημιώνουμε το κράτος, αλλά μάλλον το ωφελούμε με την υπηρεσία μας, γιατί μας ανακρίνεις για την πίστη πού μορφώνει τέτοιους χαρακτήρες και οδηγεί σε τέτοια έργα;» Ο Αγρικόλας κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να τους επιβληθεί με ήρεμο τρόπο και διέταξε να τους βασανίσουν.
Οπότε, μια παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα, τους ρίχνουν στα κρύα νερά μιας λίμνης. Το μαρτύριο ήταν φρικτό. Τα σώματα άρχισαν να μελανιάζουν. Αλλα αυτοί ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο, λέγοντας: «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος. Λίγο ας υπομείνουμε και σε μια νύχτα θα κερδίσουμε ολόκληρη την αιωνιότητα».
Ενώ προχωρούσε το μαρτύριο, ένας μόνο λιποψύχησε και βγήκε από τη λίμνη. Τον αντικατέστησε όμως ο φρουρός (Αγλάϊος), που είδε τα στεφάνια πάνω από τα κεφάλια τους.
Ομολόγησε το Χριστό, μπήκε στη λίμνη και μαζί με τους 39 παίρνει και αυτός το στεφάνι του μαρτυρίου, αφού μισοπεθαμένους τους έβγαλαν το πρωί από τη λίμνη και τους συνέτριψαν τα σκέλη. Τα μαρτυρικά λείψανα ευρέθησαν από τους Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό, όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Στον Ευεργετινό αναφέρεται ότι ενώ οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως έχοντας παραμείνει όλη τη νύχτα μέσα στην παγωμένη λίμνη και καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα ενός Μάρτυρος παρέμενε εκεί πάσχουσα με αυτούς, βλέποντας το παιδί της που ήταν νεότερο στην ηλικία από όλους, μήπως και λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την ζωή, δειλιάσει και βρεθεί ανάξιο της τιμής και της τάξεως των στρατιωτών του Χριστού. Στεκόταν λοιπόν, εκεί και άπλωνε τα χέρια της προς το παιδί της λέγοντας:
«Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς τις βασάνους. Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα αυτά τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι κοντά στον Χριστό και θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και για μένα που σε γέννησα».
Τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία, το έτος 438 μ.Χ., η αυτοκράτειρα Πουλχερία (βλέπε 17 Φεβρουαρίου) κρυμμένα στο ναό του Αγίου Θύρσου, πίσω από τον άμβωνα, στον τάφο της διακόνισσας Ευσέβειας σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες κατά την διαθήκη της Ευσέβειας, είχαν εναποτεθεί στον τάφο της στο μέρος της κεφαλής της. Στην συνέχεια η Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω από τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει τον διασκορπισμό των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των Χριστιανών, πράγμα συνηθισμένο στην Ανατολή κατά τους χρόνους εκείνους.
Οι γονείς του Μεγάλου Βασιλείου (βλέπε εδώ), που κατείχαν «κόνιν» και τεμάχια των ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ανήγειραν τον πρώτο ναό στην Ανατολή εις τιμήν των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.
Ναός αφιερωμένος στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες υπήρχε στην περιοχή Μέση της Κωνσταντινούπολης, που είχε ανεγερθεί από τον αυτοκράτορα Τιβέριο Α’ (579 – 582 μ.Χ.) και συμπληρωθεί από τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Το ναό κατεκόσμησε ο Ανδρόνικος ο Κομνηνός (1183 – 1185 μ.Χ.).
Στο ναό αυτό λειτουργούνταν κατά την ημέρα της μνήμης των Αγίων Μαρτύρων οι αυτοκράτορες. Άλλοι ναοί υπήρχαν:
α) στο παλάτι, και ο οποίος πανηγύριζε στις 27 Αυγούστου,
β) στη νήσο Πλάτη, ἢ Πλατεία,
γ) στη μονή της Χώρας,
δ) στην Έμμεσα της Συρίας.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο αγιότατο Μαρτύριό τους πλησίον του Χαλκού Τετραπύλου.
Τέλος αξίζει να αναφέρουμε ότι οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες είναι προστάτες της Ι. Μ. Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος, το Καθολικό της οποίας τιμάται στη Μνήμη τους.
Κατά τους Παρισινούς Κώδικες 1575 και 1476 τα ονόματα τους ήταν: Κυρίων, Κάνδιδος (ή Κλαύδιος), Δόμνας, Ευτύχιος (ή Ευτυχής), Σεβηριανός, Κύριλλος, Θεόδουλος, Βιβιανός, Αγγίας, Ησύχιος, Ευνοϊκός, Μελίτων, Ηλιάδης (ή Ηλίας), Αλέξανδρος, Σακεδών (ή Σακερδών), Ουάλης, Πρίσκος, Χουδίων, Ηράκλειος, Εκδίκιος, (ή Ευδίκιος), Ιωάννης, Φιλοκτήμων, Φλάβιος, Ξάνθιος, (ή Ξανθιάς), Ουαλέριος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Θεόφιλος, Λυσίμαχος, Γάϊος, Κλαύδιος, Σμάραγδος, Σισίνιος, Λεόντιος, Αέτιος, Ακάκιος, Δομετιανός (ή Δομέτιος), δυο Γοργόνιοι, Ιουλιανός, (ή Ελιανός ή Ηλιανός), και Αγλάϊος ο καπικλάριος. (Ορισμένοι Κώδικες αναφέρουν και επιπλέον των σαράντα ονόματα, όπως αυτά των Αγίων Αειθάλα, άλλου Γοργονίου κ.λ.π.).
πηγή: Εκκλησία Online