HeadShort.png

2/8 Κυριακή Η' Ματθαίου: Λόγος εις τους εκ πέντε άρτων τραφέντας πεντακισχιλίους (Όσιος Βασίλειος επίσκ. Σελευκείας)

Ομιλία του Οσίου πατρός ημών Βασιλείου Επισκόπου Σελευκείας, με θέμα τους εκ των πέντε άρτων τραφέντας πεντακισχιλίους. Επαινώ μεν τον πόθο της φιλομαθείας, αποδέχομαι δε τον βαθμόν της φιλοθεΐας. Και γνωρίζω ποιος σας εμφύτευσε τον εξαίρετον αυτόν ζήλο. Γνωρίζω τον εκπαιδευτή της αρετής σας, τον πατέρα και συγχρόνως ποιμένα και ιατρόν και κυβερνήτην. Αυτόν που διαπρέπει στην ευαγγελική ζωή, και πνέει χάριν αποστολικήν. Αυτόν ο οποίος σας χειραγωγεί προς τους ουρανίους λειμώνες με πνευματικά σαλπίσματα, ως θησαυρός πνευματικών εννοιών που είναι. Την έμψυχον εικόνα της φιλανθρωπίας, αυτόν που υπερέβη την πραότητα του νόμου και είναι ανίκητος από τον θυμόν, λάμπει δε από σοφία, και στεφανώνεται με αρετές. Αλλά πολύς ο πλούτος της αποστροφής σας κατά του θανάτου, και το πλάτος της φιλομαθείας σας, όπως είπα. Κι εγώ πώς να σας παραθέσω το πτωχό μου γεύμα; Πώς να χορτάσω με τις μικρές δυνατότητες του λόγου μου την άπληστο κοιλία της ακοής σας; Πώς θα επαρκέσει γλώσσα πτωχή να ευφράνει τόσον λαό; Ή, για να χρησιμοποιήσω επίκαιρα τα λόγια των Αποστόλων: «Πόθεν ημίν εν ερημία άρτοι τοσούτοι;», ώστε πάλιν ο πλούσιος Δεσπότης, απαλλάσσοντας από την πτωχεία, να χαρίσει την αφθονία; «Ηκολούθει», λέγει, «όχλος πολύς τω Σωτήρι». Ακολουθούν τον ποιμένα τα πρόβατα, οι ασθενείς τον διώκτη των ασθενειών τους, οι δούλοι τον ελευθερωτήν των ψυχών. Ευρήκαν μίαν οδόν απλανή, και όλοι σ' αυτή συνέρρεαν. Όποιος ήθελε τον ακολουθούσε, ο άρρωστος απηλλάσσετο από το νόσημά του. Είχε αναβλύσει πηγή φιλανθρωπίας και όλοι απελάμβαναν. Απορροφημένοι, λοιπόν, παρέτειναν την οδοιπορία μέχρι την έρημο. Τον παλαιό καιρό, όταν ο Θεός νομοθετούσε δια του Μωϋσέως στην έρημο, είχε περιβάλει το όρος Σινά με φωτιά, και οι φλόγες εξηκοντίζοντο στον ουρανό. Φόβος και ζόφος μαζί με σάλπιγγες και αλαλαγμούς κατέπλητταν εκείνους που παρακολουθούσαν. Αλλά τώρα ο Δεσπότης, αφήνοντας τον φόβο, περιεβλήθη μορφήν δούλου, δεικνύοντας τη φιλανθρωπία του με την πρόσληψη ανθρωπίνης φύσεως. Και παλαιά μεν η γη είχε ακούσει: «Εξαγαγέτω η γη βοτάνην χόρτου», ενώ τώρα την τράπεζα που εστρώθη στο έδαφος, την γεμίζει με αγαθά ο ίδιος ο Δεσπότης. Παίρνοντας λοιπόν ο Κύριος τους ιχθύς, αφού εστράφη προς τον ουρανόν τους ευλόγησε. Άραγε ζητεί ωσάν να έχει ανάγκη; Άραγε υψώνοντας το βλέμμα καλεί σε βοήθεια τον ουρανό; Άραγε από αλλού αντλεί τη δύναμη της ευεργεσίας, και δίδει λαβή στον Άρειο, και οπλίζει τη γλώσσα του Ευνομίου για να εκτοξεύσουν τις βλασφημίες τους κατά του Υιού; Όχι βέβαια, αλλά προλαμβάνει τα εγκλήματα των Ιουδαίων. Επειδή ο Ιουδαίος πάντοτε ερευνά για αιτίες, και από αυτά που απολαμβάνει αλιεύει κατηγορίες. Επειδή λοιπόν κάποτε ο Θεός χορήγησε στην έρημο το μάννα στους Ισραηλίτες, και σε εκείνους που εβάδιζαν στη γη είχε απλώσει ουράνια τράπεζα, και εδίδαξε την πέτρα να μιμηθεί τα νέφη εξάγοντας ύδωρ απ' αυτήν, ήκουσε δε, αντί για ευχαριστίες, λόγια αχάριστα: «Επεί επάταξε πέτραν και έρρευσαν ύδατα, μη και άρτον δύναται δούναι;» —έπειδη εκτύπησε τον βράχο και εξεχύθησαν ύδατα, μήπως ημπορεί να μας δώσει και άρτο; Γι' αυτό λοιπόν ο Χριστός στα εγγόνια τους, για να μην πάρουν το μέγεθος του θαύματος σαν πρόφαση για συκοφαντία, ότι προσπαθεί δήθεν να δείξει ότι είναι μεγαλύτερος αυτός από τον Πατέρα, και επινοήσουν πάλι τη συνηθισμένη συκοφαντία της αντιθεΐας, αναθέτει το κατόρθωμα στον Πατέρα, υψώνοντας το βλέμμα στον ουρανό, αρπάζοντας την κατηγορία από τις ιουδαϊκές γλώσσες. Διότι έτσι μεταχειρίζεται πάντοτε ο Χριστός τις ιουδαϊκές πονηρίες. Έτσι τότε που εθεράπευσε τον λεπρό και εκήρυξε με εξουσία τη φυγή του πάθους, παρέπεμψε στο νόμο αυτόν που ηλευθερώθη από τη νόσο, λέγοντας: «προσένεγκε το δώρον σου τω ιερεί εις μαρτύριον» —ας γίνει δηλαδή μάρτυρας της θεραπείας ο νόμος και ας φραγεί η γλώσσα της παρανομίας. Γι' αυτό και τώρα υψώνει το βλέμμα στον ουρανό, αποστομώνοντας τον κατήγορο της αντιθεΐας. Αλλά εκτός αυτού και εκπαιδεύοντας τους ανθρώπους που κάθονται για φαγητό, να γνωρίζουν καλά τον αίτιο της απολαύσεως. Επειδή είναι ομολογία το να βλέπει κανείς στον ουρανό. «Λαβών τοίνυν τους άρτους, έδωκε τοις μαθηταίς δούναι τοις όχλοις. Και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν». Ω, τι πράγματα συνέβαιναν τότε! Οι άρτοι εγεννούσαν άρτους, και εγέμιζαν τα χορταρένια τραπέζια αυτοσχέδιες τροφές. Άρτοι ελεύθεροι από γεωργικούς ιδρώτες, που δεν εβλάστησαν από στάχια, αλλά άνθησαν από χέρια Δεσποτικά, μολονότι πολλά προϋποθέτει η ανθρώπινη τροφή: το όργωμα της γης, τη σπορά από τους γεωργούς, τη μεταβολή των αέρων σε νέφη, τη γέννηση βροχής, την κατάλληλη υγρασία γης και ατμοσφαίρας, τις αλλαγές θερμοκρασίας, τις εναλλαγές της σελήνης, τις νύκτες με τα αστέρια που τρεμοσβήνουν, τη βλάστηση των σταχιών, την έγκαιρη ωρίμανση των καρπών, την ταλαιπωρία του αλωνίσματος, τη συνεργασία του μύλου, την αφαίρεση του περιττού, το έντεχνο πλάσιμο και την απαραίτητη συμμετοχή της φωτιάς. Αυτά τα πραγματοποίησε τώρα όλα μαζί ο Κύριος μόνο με το άγγιγμα του χεριού του, αφού παρευρίσκετο εμπρός τους αυτός που διεγείρει την κοιλία της γης προς καρποφορίαν. Παρευρίσκετο αυτός που περιβάλλει τον ουρανό με νεφέλες. Παρευρίσκετο αυτός που έχει δωρίσει στους θνητούς τη σοφία της τέχνης. Παρευρίσκετο «ο φέρων άπαντα τω ρήματι του στόματος αυτού». Παρευρίσκετο εκεί επιβεβαιώνοντας την παρουσία του με τη σάρκα που εφορούσε. Έδειξε με ένα θαύμα ποιος είναι αυτός που κρατά τα ηνία της κτίσεως. Έλυσε το παλαιό έγκλημα των Ιουδαίων και το αχόρταστο πάθος τους. Δεν θα ημπορούσαν πλέον να λέγουν «μη και άρτον δύναται δούναι;». Ιδού ότι και με άρτους εγέμισαν την έρημο. Ας διδάξει, Ιουδαίε, η συγγένεια των θαυμάτων ποιος είχε χορηγήσει και εκείνα. «Και έφαγον», λέγει, «και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις». Ισάριθμα με τους Αποστόλους τα κοφίνια, ώστε ο καθένας τους βαστάζοντας από ένα να έχει τον κόπο μάρτυρα του θαύματος. Και ο ώμος με την αίσθηση της τριβής να εκπαιδεύσει προς συνειδητοποίηση του γεγονότος, ο δε κόπος να εξασφαλίζει τη μνήμη, για να μη θεωρήσουν φαντασία αυτό που είδαν, και βυθιστούν σε λογισμούς από το μέγεθος του θαύματος. Και επειδή ο νους δεν επαρκεί για να αντικρύσει με τους δικούς του οφθαλμούς το παράδοξον θαύμα, να μη γεννήσει σιγά – σιγά την υποψία πως ήταν όνειρο το γεγονός. Παρατείνει τη μνήμη του γεγονότος με το πλήθος των περισσευμάτων, ώστε καθημερινώς η βρώση, διδάσκοντας τη γνώση, να διεγείρει τη μνήμη. Δέξου, παρακαλώ, τον άλλον Ευαγγελιστή, συνήγορο των λεγομένων να λέγει: «ην γαρ η καρδία αυτών πεπωρωμένη, και ου συνήκαν (δεν συνειδητοποίησαν δηλαδή) επί τοίς άρτοις». Φανερώνει το πάθος, για να κηρύξει το θαύμα. Διότι είναι μεγάλο το να φθάσουν πέντε μόνον άρτοι για τόσες χιλιάδες. Όμως το να μείνουν και τόσα πολλά περισσεύματα, όχι μόνον στους μαθητάς εγεννούσε τη μνήμη του θαύματος, αλλά φανέρωνε και τη δύναμη εκείνου που το πραγματοποίησε. Επειδή, αν τους έδιδε όσο είχαν ανάγκη, θα ενοθεύετο η χάρις της φιλοτιμίας του, και κάνοντας αυτό, δεν θα είχε γίνει σαφές πως είναι ο Κύριος του παντός, αφού υπηρέτησε μόνο την ανάγκη. Ενώ τώρα που η δωρεά έγινε ευρύτερη από την ανάγκη, μαρτυρεί την εξουσία Εκείνου που τη χορήγησε. Ας μάθωμε και από αλλού σαφώς αυτό που λέγω: Κάποτε εδίδετο στους Ισραηλίτες το μάννα δια μέσου του Μωϋσέως. Αλλά επειδή αυτός που διακονούσε το θαύμα ήταν δούλος, μαζί μ' αυτόν ήταν και το δώρο υποδουλωμένο στην ανάγκη, αφού το περιττόν εξηφανίζετο. Και όποιο χέρι αρρώσταινε από απληστία, την ώρα της συλλογής, υπεχρέωνε και το δώρο να αρρωστήσει μαζί του. Ο ουρανός έστελνε κάτω στους Ιουδαίους την τροφή με μέτρο, και ο χρόνος υπερνικούσε το δώρο, και είχε προθεσμία η χάρις. Επειδή καθώς τελείωνε η πορεία στην έρημο, υπέδειξε πλέον και η γη τον φυσικόν άρτον. Τότε έπαυσε το μάννα, και το ταμείο του ουρανού για τους ανθρώπους έκλεισε. Μετάφερε το νου σου σε άλλον υπηρέτη, ο οποίος διετάχθη να θαυματουργήσει με προθεσμία. Ο μέγας Ηλίας, που στείρωσε τον ουρανό με όρκο, συνεκράτησε τον αέρα με τα χείλη, και με τη φωνή κατεδίκασε σε αργία την κτίση. Αυτός έπεισε της φιλοξένου χήρας το έλαιο να μετατραπεί σε πηγή, και το ολίγον αλεύρι δεν ολιγόστευε μαζί με τον χρόνο, αλλά όσο κατανάλωνε η φύσις, τόσο αντικαθιστούσε η χάρις. Όταν ήλθε η βροχή, έκανε πτερά και το δώρο του Ηλία. Υπηρετούσε, διακονούσε δουλικώς και όχι από κάποια κυριαρχική φιλοτιμία. Γι' αυτό τώρα ο Κύριος πολλαπλασιάζει δυσανάλογα με την ανάγκη, φανερώνοντας την εξουσία του, και δίδοντας σε όλους να καταλάβουν ποιος είναι «ο διδούς την τροφήν πάση σαρκί». Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. (13ος Αιών, Migne P.G. τομ. 85, στ. 360 - Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 203 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς) Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com

7/6 Κυριακή της Πεντηκοστής

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
4 Ἰουνίου 2017
Μετά τήν Ἀνάστασή Του ὁ Κύριος, ἐπί σαράντα ἡμέρες ἐμφανιζόταν στίς Μυροφόρες, στούς Μαθητές Του καί σέ ἁπλούς ἀνθρώπους πού τόν πίστεψαν. Ἐμφανίστηκε, ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή, σέ πάνω ἀπό πεντακόσιους ἀδελφούς, γιά νά βεβαιωθοῦν ὅτι μπορεῖ μέν νά ἔπαθε ὡς ἄνθρωπος, ἀλλά ὡς Θεός νίκησε τόν θάνατο καί ἀναστήθηκε πραγματικά.

Ὁ Κύριος, μετά τήν Ἀνάστασή Του, δέν ἦταν δυνατόν νά παραμείνει γιά πάντα στή γῆ καί γι’ αὐτό εἶπε στούς Μαθητές Του ὅτι θά ἀνέβει στούς οὐρανούς, χωρίς βέβαια νά σημαίνει αὐτό ὅτι θά μᾶς ἐγκαταλείψει, ἀφοῦ μᾶς διαβεβαίωσε ὅτι θά παραμείνει μαζί μας μέχρι τήν συντέλεια τοῦ κόσμου. Γιά νά τούς παρηγορήσει, τούς διαβεβαίωσε δέν θά τούς ἀφήσει ὀρφανούς καί ὅτι τούς συμφέρει νά φύγει γιατί μετά τήν Ἀνάληψή Του στούς Οὐρανούς, θά τούς στείλει ἄλλο Παράκλητο, ἄλλο παρηγορητή δηλαδή, ὁ Ὁποῖος θά ὁλοκληρώσει τό ἔργο τό δικό Του καί θά τούς ὁδηγήσει «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν».
Ὁ πρῶτος Παράκλητος, λοιπόν, εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, τήν ἕνωσε μέ τήν Θεότητά Του καί ἔτσι μπόρεσε νά ἔλθει ἀνάμεσά μας, νά μᾶς πλησιάσει καί νά μᾶς φέρει κοντά Του. Ὁ δεύτερος Παρηγορητής εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού ἦλθε καί σκήνωσε στήν Ἐκκλησία δέκα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας στούς Οὐρανούς καί πενῆντα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάστασή Του. Θεός τέλειος καί ἀληθινός ὁ σαρκωθείς,σταυρωθείς καί ἀναστάς Κύριος. Θεός τέλειος καί ἀληθινός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα,τό Ὁποῖο προέρχεται, «ἐκπορεύεται» ἀχρόνως ἀπό τόν Θεό Πατέρα καί στέλνεται ἐν χρόνω στόν κόσμο ἀπό τόν Πατέρα διά τοῦ Υἱοῦ. Αἴτιος τῆς ὑπάρξεως καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ ἀγέννητος Πατέρας,πού εἶναι ἡ πηγή τῆς Θεότητος. Γεννᾶ ἀχρόνως τόν Υἱό καί ἐκπορεύει ἀχρόνως τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ γέννηση, εἶναι ὁ τρόπος τῆς ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καί ἡ ἐκπόρευση εἶναι ὁ τρόπος τῆς ὑπάρξεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Χρειάζεται μεγάλη προσοχή ἐδῶ. Ἄλλο ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τόν Θεό Πατέρα, πού σημαίνει προέλευση, καί ἄλλο ἐν χρόνω πέμψη-ἀποστολή στόν κόσμο. Ἡ προέλευση εἶναι ἀπό τήν ἀρχή, πρίν ὑπάρξει ὁ χρόνος καί πρίν δημιουργηθεῖ ὁ κτιστός κόσμος. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ὑπῆρχε πάντοτε, μιλοῦσε στούς Προφῆτες καί στήν Παλαιά Διαθήκη. Τώρα ἔρχεται σέ δεδομένη χρονική στιγμή καί μένει γιά πάντα στήν Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία πλέον γίνεται Σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία Χριστοῦ.
Οἱ Λατίνοι πιστεύουν λανθασμένα ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται-προέρχεται δηλαδή,καί ἀπό τόν Πατέρα καί ἀπό τόν Υἱό. Αὐτό εἶναι καινοφανής αἵρεση καί ἀνεπίτρεπτη ἐπέμβαση καί προσθήκη στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Δέν στηρίζεται στήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, οὔτε ἔχει κάποιο ἔρισμα στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὁ Κύριος εἶπε ξεκάθαρα ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα. Ἀφοῦ,λοιπόν, ὁ Υἱός προέρχεται διά τῆς ἀχρόνου γεννήσεώς Του μόνο ἀπό τόν Θεό Πατέρα, ἄν δεχτοῦμε τήν αἵρεση αὐτή τῶν Λατίνων,καί ποῦμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἀπό τόν Πατέρα καί ἀπό τόν Υἱό, εἶναι σάν νά λέμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι κατώτερο ἀπό τόν Υἱό καί διασποῦμε τήν ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγάλα ζητήματα πού μᾶς χωρίζουν ἀπό τούς Λατίνους, ἀφοῦ τά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἀπολύτως ἴσα μεταξύ τους. Τρία Πρόσωπα, ἕνας Θεός. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἡ Ἐκκλησία μας, λοιπόν, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τό ἄχραντο σῶμα πού πῆρε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τό ἔνωσε μέ τήν Θεότητά Του. Εἶναι ὁ καλύτερος ὁρισμός γιά τήν Ἐκκλησία μας, ἀπό ὅλους τούς ἄλλους ὁρισμούς πού διατυπώθηκαν κατά καιρούς. Ὅσοι ἔχουμε βαπτισθεῖ καί ἔχουμε καθαρή καρδιά, ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό μετέχοντας στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί ταυτόχρονα ἑνωνόμαστε μέ τούς Ἁγίους μας καί ὅλους τούς ἀδελφούς μας πού μετέχουν συνειδητά στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἔτσι εἶναι ἐνεργά μέλη της. Τήν Κυριακή καί ὅσες φορές τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία, μέσα στό Ναό εἶναι ὁ Κύριος, ἡ Παναγία μας, οἱ Ἅγιοί μας, οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ καί ὅσοι ἀδελφοί μας ἔφυγαν στόν Οὐρανό καί εἶχαν κοινωνία μέ τόν Χριστό ὅταν ζοῦσαν καί σωματικά ἀνάμεσά μας. Οὐρανός καί γῆ ἑνώνονται κατά τήν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας. Μία Ἐκκλησία οὐράνια καί ἐπίγεια.
Ὅλα αὐτά εἶναι πολύ δύσκολο νά τά καταλάβουμε ἐάν δέν διαθέτουμε τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας. Πρέπει νά μποῦμε μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ γιά νά καταλάβουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι κοινωνία Χριστοῦ καί κοινωνία Ἁγίων ταυτόχρονα.
Ἄν ἀνοίξουμε τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων στό τέταρτο κεφάλαιο, θά δοῦμε πῶς ζοῦσαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Ἦταν ὅλοι ἑνωμένοι μεταξύ τους καί ζοῦσαν ἀγαπημένοι σάν ἀδέλφια. Εἶχαν μία ψυχή καί μία καρδιά. Ὁ καθένας τους εἶχε τά κτήματά του, τά χρήματα πού κέρδιζε ἀπό τήν δουλειά του, αὐτά πού τοῦ ἄφησαν οἱ γονεῖς του. Δέν θεωροῦσαν ὅμως δικό τους τό παραμικρό ἀπό τά ὑπάρχοντά τους, ἀλλά ὅτι ὅλα ἀνῆκαν σέ ὅλους. Ὅ,τι εἶχαν, τό ἄφηναν ἐλεύθερα στήν διάθεση τῶν ἄλλων. Αὐτή ἡ εὐλογημένη πρακτική λέγεται κοινοκτημοσύνη. Ἔτσι,δέν ὑπῆρχε κάποιος πού νά εἶχε κάποια ἀνάγκη ἀνάμεσά τους, γιατί ἔδιναν στόν καθένα ὅ,τι τοῦ χρειαζόταν.
Καί δέν εἶχαν φυσικά ὑπερβολικές ἀπαιτήσεις. Ἀρκοῦνταν ὁ καθένας τους στά ἀπαραίτητα γιά νά κρατηθεῖ στή ζωή. Ἄν εἶχαν γαγητό νά φᾶνε καί ροῦχα νά σκεπαστοῦν καί νά φορέσουν, αὐτό τούς ἦταν ἀρκετό, δέν ζητοῦσαν κάτι παραπάνω.
Σήμερα, παρά τήν οἰκονομική κρίση πού μᾶς ταλαιπωρεῖ τά τελευταῖα χρόνια, ὅλα αὐτά μᾶς φαίνονται ἀπίστευτα. Ὁ γνήσιος ὅμως αὐτός τρόπος τῆς χριστιανικῆς ζωῆς διασώζεται εὐτυχῶς στά ὀρθόδοξα κοινόβια Μοναστήρια μας. Κανένας ἐκεῖ δέν ἔχει κάτι δικό του. Ζοῦν τήν κοινή ζωή χωρίς ἰδιαίτερη περιουσία.Ἔχουν ὁμοψυχία μεταξύ τους, ἐνεργοῦν ἀπό κοινοῦ, ἔχουν τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀληθινή ἑνότητα.
Αὐτή ἡ ἑνότητα εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγάλα δῶρα τῆς Πεντηκοστῆς καί τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία πού λείπει ἀπό τούς σημερινούς ἀνθρώπους. Ὁ καθένας μας σήμερα ἐνδιαφέρεται γιά τό δικό του συμφέρον καί ἀδιαφορεῖ γιά τό συμφέρον τοῦ ἀδελφοῦ του. Στήν θέση τῆς κοινοκτημοσύνης τῶν πρώτων χριστιανῶν, μπῆκε ἡ ἁμαρτωλή ἰδιοτέλεια πού ὁδηγεῖ στήν ἐκμετάλευση τοῦ ἄλλου καί στήν δυστυχία κάποιων μελῶν τῆς σημερινῆς κοινωνίας. Παρατηρεῖται τό ἀπράδεκτο ἀπό χριστιανικῆς πλευρᾶς φαινόμενο, ἄλλοι νά πεινοῦν καί ἄλλοι νά μεθοῦν, νά ζοῦν προκλητικά κάνοντας διάφορες σπατάλες, χωρίς νά ὑπολογίζουν αὐτούς πού δυστυχοῦν.
Ὑπάρχουν βέβαια καί οἱ ἐξαιρέσεις. Εἶναι καί στήν ἐποχή μας ἀρκετοί πού πονοῦν γιά τήν δυστυχία τῶν ἄλλων καί βοηθοῦν διακριτικά μέ κάθε τρόπο ὥστε νά ἀνακουφιστεῖ ὁ πόνος τῶν συνανθρώπων μας, πού στεροῦνται ἀκόμη καί τά βασικά ἀγαθά. Στό πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου πού ὑποφέρει βλέπουν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτοί διασώζουν τό πνεῦμα τῆς Πεντηκοστῆς καί εἶναι οἱ εὐλογημένοι καρποί τοῦ Παρακλήτου.
Μακάρι νά ἐπικρατήσει καί πάλι στήν κοινωνία μας ὁ ἱερός καί ἅγιος ἐνθουσιασμός τῶν πρώτων χριστιανῶν καί ἡ αὔρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά δροσίσει εὐεργετικά τίς ψυχές ὅλων μας. Ἡ ἱερή φλόγα τοῦ Παρακλήτου νά θερμάνει τίς καρδιές μας ὥστε καί πάλι ἡ Ἐκκλησία μας νά γίνει τό κέντρο τῆς ζωῆς μας καί νά γινόμαστε αἰτία νά πυρακτώνονται οἱ ψυχές καί τῶν ἄλλων ἀδελφῶν. Ἔχοντας τό Πανάγιο Πνεῦμα μέσα μας ὄχι μόνον δέν θά δέν θά ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τίποτα, ἀλλά θά μεταδίδουμε τήν Χάρη Του σέ ὅλους τούς Ἀδελφούς μας.
Ἡ Πεντηκοστή εἶναι μία συνεχής κατάσταση στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Χάρις τοῦ Παρακλήτου ἐξακολουθεῖ νά παρέχεται σέ ὅσους εἶναι ἐνταγμένοι στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἔχουν καθαρή καρδιά. Ἄρα, στό χέρι μας εἶναι νά κρατοῦμε ζωντανή τήν φλόγα τοῦ Παρακλήτου καί νά ἀγιαζόμαστε μέ τήν ἄκτιστη Χάρη Του.
Ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο, τόν ὠθεῖ στήν πνευματική του ἄνοδο καί τόν ὁδηγεῖ μέ ἀσφάλεια στήν σωτηρία.

Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com

5/4 E΄Νηστειών : Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας

Ἡ Ε´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν συνιστᾶ τήν ἀπαρχή τῆς τελευταίας ἑβδομάδας τῆς Μ. Σαρακοστῆς. Τό ἐρχόμενο Σάββατο, τοῦ ἁγ. Λαζάρου, σημαίνει τή λήξη τῆς ἁγίας αὐτῆς περιόδου, πού θεωρεῖται μάλιστα τύπος ὅλης τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ, μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτά πού καλούμαστε νά ζήσουμε ἰδιαιτέρως τή Σαρακοστή – τήν πιό ἔντονη προσευχή, τήν πιό συνεπή νηστεία, τήν πιό βαθειά μετάνοια, τή μεγαλύτερη ἀγάπη κι ἐλεημοσύνη – αὐτά θά πρέπει νά προσδιορίζουν καί τήν κάθε ἡμέρα τῆς ζωῆς μας. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ῾παράγει τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου᾽ (ἀπ. Παῦλος) καί τό πιό οὐσιῶδες ἔτσι γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ στροφή πρός τόν Θεό καί ἡ ἐν θερμῇ ἀγάπῃ κοινωνία μαζί Του. Τά λόγια τοῦ ἁγίου γέροντα π. Παϊσίου ἐν προκειμένῳ εἶναι ἀφυπνιστικά: ῾Ὅλη ἡ ζωή μου εἶναι μιά Σαρακοστή᾽! Αὐτήν τήν τελευταία λοιπόν ἑβδομάδα ἡ ᾽Εκκλησία μας μᾶς κτυπᾶ γιά ὕστατη φορά τό ῾καμπανάκι᾽ τῆς σωτηρίας μας. Μᾶς καλεῖ, ἔστω καί τώρα, ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή, νά μετανοήσουμε. Νά μήν ποῦμε ὅτι ῾τώρα πιά πέρασε ὁ καιρός, δέν γίνεται τίποτε᾽! Καί τό κάνει αὐτό ἡ ᾽Εκκλησία προβάλλοντας ἕνα πρόσωπο πού βίωσε συγκλονιστικά τή μετάνοια καί γι᾽ αὐτό θεωρεῖται πρότυπο μετανοίας: τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία! Μέ τά ἴδια λόγια μάλιστα τοῦ συναξαρίου τῆς ἡμέρας: ῾᾽Ετάχθη ἡ μνήμη τῆς ὁσίας Μαρίας σήμερον, ἐγγίζοντος ἤδη τοῦ τέλους τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, πρός διέγερσιν τῶν ραθύμων καί ἁμαρτωλῶν εἰς μετάνοιαν, ἐχόντων ὑπόδειγμα τήν ἑορταζομένην ἁγίαν᾽. Μικρή ἀναφορά στό βίο τῆς ὁσίας καί μερικές παρατηρήσεις πάνω σ᾽ αὐτόν θά μᾶς πείσουν ἀπολύτως γιά τοῦ λόγου τό ἀληθές. Ἡ ὁσία Μαρία ὅταν ἦταν δωδεκαετής, ξέφυγε ἀπό τούς γονεῖς της καί πῆγε στήν ᾽Αλεξάνδρεια, ὅπου ἔζησε βίο ἄσωτο 17 ὁλόκληρα χρόνια. ῎Επειτα ἀπό περιέργεια κινούμενη, πῆγε μέ πολλούς ἄλλους προσκυνητές στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά παρευρεθεῖ στήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. ᾽Εκεῖ ὅμως ἐπιδόθηκε καί πάλι σέ κάθε εἶδος ἀκολασίας καί ἁμαρτιῶν καί ἔσυρε πολλούς στό βυθό τῆς ἀπωλείας. Ὅταν ὅμως θέλησε νά μπεῖ στήν ᾽Εκκλησία, τήν ἡμέρα πού ὑψωνόταν ὁ Σταυρός, αἰσθάνθηκε τρεῖς καί τέσσερις φορές κάποια ἀόρατη δύναμη νά τῆς ἐμποδίζει τήν εἴσοδο, ἐνῶ τό πλῆθος τοῦ λαοῦ εἰσερχόταν ἀνεμπόδιστα στό ναό. Πληγώθηκε στήν καρδιά ἀπό τό γεγονός κι ἀποφάσισε νά ἀλλάξει ζωή καί νά ἐξιλεώσει στό ἑξῆς τόν Θεό μέ τή μετάνοιά της. Γύρισε λοιπόν καί πάλι στήν ᾽Εκκλησία μέ τήν ἀπόφαση αὐτή, ὁπότε μπῆκε εὔκολα μέσα. Προσκύνησε τό Τίμιο Ξύλο καί ἀναχώρησε τήν ἴδια ἡμέρα ἀπό τά Ἱεροσόλυμα. Πέρασε τόν ᾽Ιορδάνη καί μπῆκε στά ἐνδότερα τῆς ἐρήμου, ὅπου κι ἔζησε ἐκεῖ ἐπί 47 χρόνια. Τά χρόνια αὐτά ἦταν γιά τήν Μαρία χρόνια σκληρότατης καί ὑπέρ ἄνθρωπον ἄσκησης, χρόνια προσευχῆς στόν Θεό. Στά τέλη τῆς ζωῆς της συνάντησε κάποιο ἐρημίτη, Ζωσιμᾶ τό ὄνομα, στόν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε ὁλόκληρη τή ζωή της καί τόν παρακάλεσε νά τῆς φέρει τά ἄχραντα μυστήρια γιά νά κοινωνήσει. Αὐτό ἔγινε τό ἐρχόμενο ἔτος, τή Μεγάλη Πέμπτη. Ὅταν τήν ἑπόμενη χρονιά ξανάρθε ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς, βρῆκε τή Μαρία νεκρή, ἐνῶ δίπλα της ἦταν γραμμένα τά ἑξῆς λόγια: ῾᾽Αββᾶ Ζωσιμᾶ, θάψε ἐδῶ τό σῶμα τῆς ἄθλιας Μαρίας. Πέθανα τήν ἴδια ἡμέρα, κατά τήν ὁποία κοινώνησα τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Νά εὔχεσαι γιά μένα᾽. 1) ᾽Εκεῖνο πού ὁδήγησε τήν Μαρία στά Ἱεροσόλυμα δέν ἦταν κάποιος πόθος, ὅπως τόν ἔχουν πολλοί Χριστιανοί. ῾Νά πᾶμε καί στά Ἱεροσόλυμα, στούς ῾Αγίους Τόπους, κι ἄς πεθάνουμε᾽. Κίνητρό της ὑπῆρξε κάτι πολύ πεζό καί πολλές φορές ἀξιοκατάκριτο: ἡ περιέργεια. Καί τό χειρότερο: ἡ περιέργειά της αὐτή συνδέθηκε μέ τήν ἐξάσκηση τοῦ παναθλίου ἐπαγγέλματός της. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ ἐπίσκεψή της στήν ἁγία Πόλη δέν εἶχε κανένα μεταφυσικό βάθος. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι ἦταν μιά εὐκαιρία νά ῾σπάσει᾽ ἀπλῶς τή ρουτίνα τῆς ζωῆς της, κάτι πού ἀσφαλῶς ἐκμεταλλεύτηκε καί ὁ ἀρχαῖος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ πονηρός, πού τήν ἔσπρωξε στήν ἐπέκταση τῆς ἁμαρτωλῆς δραστηριότητάς της. Κι ὅμως! Κι αὐτήν ἀκόμη τήν κατάσταση ἀξιοποιεῖ ὁ πανάγαθος Θεός. Βρίσκει τήν εὐκαιρία νά τήν καλέσει σέ μετάνοια μ᾽ ἕνα ἰδιαίτερα προσωπικό γι᾽ αὐτήν τρόπο. Χωρίς νά τή ρεζιλέψει, χωρίς ν᾽ ἀποκαλύψει τήν ἀθλιότητα τῆς ζωῆς της, τήν κάνει νά συνειδητοποιήσει τήν ἄβυσσο τῆς κατάντιας της. Καί πράγματι, ἡ μέθοδος τοῦ Θεοῦ ἐπιτυγχάνει. Ἡ Μαρία μετανοεῖ. ῾Η πρώτη μας παρατήρηση λοιπόν ἀφορᾶ στήν ἐφευρετικότητα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Τά πάντα ἀπό τή ζωή μας ἀξιοποιεῖ ὁ Θεός, γιά νά μᾶς κάνει νά ριχτοῦμε στήν ἀγκαλιά Του. Κι ὁ λόγος: εἶναι ὁ Πατέρας μας! 2) Μιά δεύτερη παρατήρηση ἀναφέρεται σ᾽ ἕνα φαινομενικά παράδοξο: ὁ Θεός κλείνει τήν εἴσοδο τοῦ ναοῦ μόνο στή Μαρία. Γιατί παράδοξο; Διότι ὁ Θεός μέ τήν ᾽Εκκλησία Του δέχεται κάθε ἄνθρωπο ἐρχόμενο κοντά Του. ῾Τόν ἐρχόμενον πρός με οὐ μή ἐκβάλω ἔξω᾽ εἶπε ὁ Κύριος (᾽Ιωάν. 6, 37). Καί πῶς θά μποροῦσε νά γίνει κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἀκριβῶς ἦλθε γι᾽ αὐτό: νά καλέσει τούς ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια; Κάθε λοιπόν ἁμαρτωλός, πού πλησιάζει τόν Θεό καί τήν ᾽Εκκλησία, γίνεται ἀπό Αὐτόν ἀποδεκτός. ῎Αλλωστε στήν ᾽Εκκλησία ὅλοι ἔτσι προσερχόμαστε, ἤ τουλάχιστον πρέπει νά προσερχόμαστε: ὡς ἁμαρτωλοί πού ἔχουμε ἀνάγκη σωτηρίας. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας ποτέ δέν κάνει τό διαχωρισμό τῶν ἀνθρώπων σέ ἁμαρτωλούς καί μή ἁμαρτωλούς. Διότι ἀπολύτως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. ῾Πάντες ἥμαρτον καί πάντες ὑστεροῦναι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ᾽ (ἀπ. Παῦλος). Πῶς ὅμως τότε ὁ Θεός ἔκλεισε τήν εἴσοδο γιά τήν Μαρία τήν ἁμαρτωλή, πού προσερχόταν κοντά Του; ᾽Ακριβῶς, διότι ἐρχόταν στό ναό, χωρίς τή διάθεση νά ἔλθει κοντά Του. Ἡ Μαρία θέλησε δηλ. νά μπεῖ στό ναό, χωρίς μετάνοια, χωρίς ἀπόφαση ἀλλαγῆς γιά τή ζωή της. Ἡ ἀπαγόρευση αὐτή λειτούργησε θετικά γιά τήν Μαρία. Τήν συγκλόνισε καί τήν ὁδήγησε σέ μετάνοια. Μόλις πῆρε λοιπόν τήν ἀπόφαση γι᾽ ἀλλαγή τρόπου ζωῆς, ἀμέσως ἡ εἴσοδος ἀνοίχθηκε καί γι᾽ αὐτήν. ῎Ετσι, βεβαίως ὁ Θεός καλεῖ τούς πάντες και ἀποδέχεται τούς πάντες, ὅσο ἁμαρτωλοί κι ἄν εἶναι, μέ μόνη ὅμως τήν προϋπόθεση νά μετανοήσουν. Καί τοῦτο γιατί μιά σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, χωρίς μετάνοια, θά σημάνει τήν καταδίκη καί τήν ἀπώλεια τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός δέν προσφέρει τή χάρη Του μαγικῷ τῷ τρόπῳ. Ζητᾶ τήν ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία κυρίως ἐκφράζεται ὡς μετάνοια. Μή ξεχνᾶμε ἄλλωστε ἐπ᾽ αὐτοῦ ὅτι ἡ κόλαση κάπως ἔτσι ὁρίζεται ἀπό τούς ἁγίους μας: ὡς σχέση μέ τόν Θεό, ἀλλά σέ κατάσταση ἀμετανοησίας, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σ᾽ ἕνα τέτοιον ἄνθρωπο λειτουργεῖ ἀρνητικά, δηλαδή ὡς κόλαση. ῎Ετσι τό ἀντίδοτο γιά ὁποιαδήποτε ἁμαρτία μας, ὅσο μεγάλη κι ἄν εἶναι, εἶναι ἡ μετάνοια. Αὐτή ἀποτελεῖ τό κλειδί πού μᾶς ἀνοίγει τήν εἴσοδο τοῦ Οὐρανοῦ. 3) Θά θέλαμε ὅμως νά κάνουμε καί μιά τρίτη παρατήρηση. Ὁ Θεός θέλησε νά πάρει τήν ὁσία Μαρία ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ὅταν ἐκείνη ὁλοκλήρωσε καί τελειοποίησε τή μετάνοιά της. Κι αὐτό ἔγινε μέ τήν ἐξομολόγησή της καί τήν κοινωνία τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Εἶναι πράγματι συγκλονιστικό νά σκεφτεῖ κανείς ὅτι γιά τήν Μαρία 47 χρόνια ἀσκητικῆς ζωῆς ἦταν χρόνια προετοιμασίας. Καθάρισε ὅσο ἦταν δυνατόν σ᾽ αὐτήν τόν ἑαυτό της. Ὑπερέβη τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες της. Κι ὅμως τό τέλειο - μέσα πάντα στά ἀνθρώπινα πλαίσια - ἦλθε μέ τήν ἐξομολόγηση καί τή θεία Κοινωνία. ᾽Απόδειξη: μόλις κοινώνησε, κοιμήθηκε κι ἡ ψυχή της φτερούγισε στά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ της. Αὐτό βεβαίως σημαίνει, μεταξύ τῶν ἄλλων, ὅτι ποτέ ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά τελειοποιηθεῖ, νά θεωθεῖ κατά πιό θεολογική ὁρολογία, ἄν δέν συμμετάσχει στή δραστική χάρη τῶν μυστηρίων τῆς ᾽Εκκλησίας καί μάλιστα τῆς θείας Εὐχαριστίας. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι θέμα αὐτοδυναμίας του, ἀλλά συνεργασίας του μέ τήν παντοδύναμη χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ μετάνοια εἶναι μονόδρομος. ῎Αλλος δρόμος γιά τήν ἔνταξή μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει. Κι εἶναι τοῦτο ἡ μεγαλύτερη παρηγοριά μας. Μέ δεδομένα τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν ἁμαρτωλότητά μας ἡ μετάνοια ἀποτελεῖ τό συνδετικό κρίκο τῶν δύο δεδομένων. Δέν ἔχουμε παρά νά βαδίζουμε σ᾽ αὐτόν τό δρόμο μαζί μέ τούς ἁγίους μας, μαζί μέ τήν σήμερα ἑορταζομένη ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία. Εἶναι ὁ δρόμος πού σέ κάθε βῆμα μᾶς φέρνει σέ ἄμεση σχέση μέ τόν Χριστό. Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com/

16/2 Κυριακή του Ασώτου : Το μυστικό της επιστροφής

Συντάκτης επίσκοπος Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης ΤΙ ΚΑΝΕΙ, αγαπητοί μου, τον άνθρωπο ν' αφήνει το δρόμο της αμαρτίας και να επιστρέφει στο Χριστό; Αυτό βλέπουμε σήμερα στην παραβολή του ασώτου. Όταν ό Κύριος κήρυττε, όπως σημειώνουν οι εύαγγελισταί, «ό λαός άπας έξεκρέματο αυτού άκούων» (Λουκ. 19,48), όλοι εκρέμοντο από τα χείλη του, και αυθόρμητα έλεγαν «Ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ό άνθρωπος» (Ίωάν. 7,46). Όλοι θαύμαζαν το Χριστό. Πόσοι όμως τον άκουγαν όχι μόνο με τα αυτιά του σώματος αλλά και με τα αυτιά της ψυχής; Πόσοι εδονούντο ψυχικώς; Πόσοι άλλαζαν και επέστρεφαν στην ευθεία οδό; Λίγοι έκαναν πράξει τα λόγια του Χριστού. Τι λοιπόν συνέβαινε σ' αυτούς; Το μυστικό της επιστροφής αυτών των ολίγων βρίσκεται στο εξής. Αυτοί δεν έμεναν απλώς στο θαυμασμό βύθιζαν συγχρόνως το βλέμμα στη δική τους καρδιά και παρατηρούσαν την αθλιότητα τους. Ω, Τι συναισθήματα τους έφερνε αυτή ή συγκριτική εξέτασης! Απέναντί τους ήταν εκείνος πού δόλος δέ βρέθηκε στο στόμα του (πρβλ. Ίωάν. 1,47), εκείνος πού ήταν ανεξάντλητος ωκεανός αγάπης, εκείνος πού πονούσε στη δυστυχία των ανθρώπων. Έβλεπαν ένα μεγαλείο, μια μορφή ιδανική. Αυτοί Τι ήταν εμπρός του; ελεεινοί και τρισάθλιοι. Ό Χριστός ύψος, αυτοί βάραθρο. Ό Χριστός κορυφή, —«εκάλυψεν ουρανούς ή αρετή αυτού» ('Αμβ. 3,3)—, αυτοί άβυσσος κακίας και διαφθοράς. Αυτή λοιπόν ή τρομακτική απόσταση, πού τους χώριζε από το Χριστό, τους συγκλόνιζε, τους έφερνε σε περισυλλογή, τους δημιουργούσε τον πόθο, τον έρωτα του μεγαλείου. Αυτό τους έκανε ν' αφήσουν τα χαμηλά, τη ζωή της αμαρτίας, και να πετάξουν ψηλά, σε κόσμους όμορφους, «ηθικούς, αγγελικά πλασμένους», να έλκύωνται από το μεγαλείο του Χριστού, για να γίνουν μικρόχριστοι επί της γης. Αν οι άλλοι, το πλήθος, έμειναν στάσιμοι στα λιμνάζοντα έλη της αμαρτίας, αυτό οφείλεται στο ότι αυτοί θαύμαζαν μεν το μεγαλείο του Χριστού, δεν έστρεφαν όμως το βλέμμα και προς τα έσω, δεν έβλεπαν και τη δική τους αθλιότητα. Αν έστρεφαν το βλέμμα στην καρδιά τους, ή τρομακτική αντίθεση θα τους οδηγούσε σε σοβαρές σκέψεις, θα τους αναστάτωνε, θα τους έκανε να πάρουν ταπεινωμένοι το δρόμο της επιστροφής, της αλλαγής, της σωτηρίας. Θέλετε μερικά παραδείγματα; Όταν ό Κύριος πέρασε από την Ιεριχώ, πολύς κόσμος έτρεξε να τον ακούσει από περιέργεια. Τίνος όμως την καρδιά διαπέρασε το ηλεκτρικό ρεύμα του λόγου του; τίνος ή συνείδηση ξύπνησε; Ποιος από 'κείνο το συρφετό ένιωσε το Χριστό; Μόνο ό Ζακχαίος. Αυτός πέταξε λίγο πάνω από το χώμα και την ύλη, ανέβηκε στη συκομορέα αντίκρισε τον Ιησού και συγκλονίστηκε. Έκανε σύγκριση με τη δική του αθλιότητα. Ό Ιησούς δεν είχε ούτε δραχμή στην τσέπη, αυτός είχε ποσά αμύθητα• ό Ιησούς δεν είχε πού να γείρει το κεφάλι (βλ. Ματθ. 8,20 Λουκ. 9,58), αυτός είχε το καλύτερο μέγαρο• ό Ιησούς περιόδευε πόλεις και χωριά «ευεργετών και ίώμενος» (Πράξ. 10,38), ήταν ή παρηγοριά και ό προστάτης των χηρών και ορφανών, αυτός σκόρπιζε θλίψη και πόνο, αφού τους έκλεβε το ψωμί με το νόμο. Αυτή ή τρομακτική απόσταση μεταξύ αυτού και του Χριστού τον συγκλόνισε, και πήρε αποφασιστικά το δρόμο της επιστροφής. Ήθελε να πλησίαση στο μεγαλείο του Χριστού πού λέει «Πώλησαν σου τα υπάρχοντα και δός πτωχοίς» (Ματθ.19,21). Και δεν έφθασε μεν στο σημείο αυτό. είπε όμως• «Τα ήμισυ των υπαρχόντων μου. Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς» (Λουκ. 19,8). Βρέθηκε, εν πάση περιπτώσει, στην οδό πού οδηγεί στο μεγαλείο φάνηκε δε πολύ ανώτερος από τον πλούσιο εκείνο νεανίσκο πού «απήλθε λυπούμενος» (Ματθ. 19,22• Μάρκ. 10,22), όταν ό Κύριος του έδειξε το ύψος της ακτημοσύνης. "Άλλο παράδειγμα. Αν ή Σαμαρείτης επέστρεψε στο Χριστό και έγινε ή αγία Φωτεινή, το μυστικό της επιστροφής της βρίσκεται στο ότι, όταν αντίκρισε το μεγαλείο του Χριστού, είδε συγχρόνως και τη δική της αθλιότητα. Διέκρινε εμπρός της κάποιον με ανώτερο πνεύμα, πού έβλεπε κι αυτήν σαν παιδί του Θεού, δεν εξέταζε σε ποια φυλή ανήκει ούτε τίνος χρώματος είναι. Εμπρός της είχε ένα προφήτη, πού της είπε με λεπτομέρειες τα αμαρτήματα της. Τέλος ή υψηλή διδασκαλία του ότι «πνεύμα ό Θεός» (Ίωάν. 4,24) κι ότι μπορεί να λατρεύεται παντού, τη συγκλονίζει. Βλέπει όμως έπειτα και τη δική της αθλιότητα και τρομάζει. Τι ήταν αυτή; Μία πόρνη πέντε άντρες είχε αλλάξει, κι αυτός πού είχε τώρα δεν ήταν άντρας της. Εμπρός στο Χριστό ένιωσε ράκος. Και όμως βλέπει τον ήλιο - Χριστό να καταδέχεται ν' αγγίζει το δικό της βόρβορο. Αυτή ή συναίσθηση ότι είναι μηδέν, ιδού, αγαπητοί μου, το μυστικό της επιστροφής της. Άλλ' εκεί πού καθαρότερα φανερώνεται ποιο είν' εκείνο πού κάνει τον άνθρωπο να επιστρέφει στο Θεό, είναι ή σημερινή παραβολή. Ό άσωτος, όταν σώθηκαν τα λεφτά κι από την πείνα κατήντησε χοιροβοσκός κ' έτρωγε ξυλοκέρατα, βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Ένα βασιλόπουλο αυτός, να βοσκή χοίρους! Το περιβάλλον εκείνο του είναι αφόρητο. 'Αλλ' αφού είχε γίνει ακάθαρτος σαν τους χοίρους πού έβοσκε, έτσι του άξιζε. Αυτή ή απερίγραπτη αθλιότης δημιουργεί στην ψυχή του ένα συναίσθημα συντριβής. Κλαίει. Ή σκέψη του πετά στο πατρικό του, όπου κι αυτοί ακόμα οι δούλοι περνούν καλύτερα. Ω το μεγαλείο του πατρικού του σπιτιού, ω ή δική του αθλιότης! Συγκλονίζεται. Και ακριβώς εδώ, αγαπητοί μου, μεταξύ του μεγαλείου και της αθλιότητος, παίχθηκε το δράμα της επιστροφής του. Από τα παραδείγματα αυτά καταλαβαίνουμε, ότι το μυστικό της επιστροφής βρίσκεται σε δύο σημεία στο θαυμασμό της πίστεως και στη δική μας αύτομεμψία. Αδελφοί μου! Ή θρησκεία του Ιησού μας έχει μεγαλείο, ή Εκκλησία είναι ύψος θαυμαστό. Μέσα σ' αυτήν ακούγεται το «Αγαπάτε αλλήλους» (Ίωάν. 13,34' 15,12), το «Έλθέτω ή βασιλεία σου» (Ματθ. 6,10), βασιλεία δικαιοσύνης, αγάπης, αδελφοσύνης, ειρήνης. Άλλα δεν ωφελεί να μείνουμε μόνο σ' αυτό το θαυμασμό. Πρέπει συγχρόνως να στρέψουμε την προσοχή και κάπου άλλου να εξετάσουμε τον εαυτό μας, να δούμε την αθλιότητα μας, ν' αναλογιστούμε σε ποια απόσταση από το μεγαλείο αυτό βρισκόμαστε εμείς, όπως έκανε ό άσωτος. Αν το κάνουμε αυτό, θα διαπιστώσουμε την τρομακτική αντίθεση. Ή διαπίστωσης αυτή θα μας βάλει σε ανησυχία και σοβαρές σκέψεις. Και έτσι μπορεί να γεννηθεί μέσα μας ή ώθηση ν' αφήσουμε τα χαμηλά, να πάρουμε ταπεινωμένοι το δρόμο της επιστροφής, και βαδίζοντας συνεχώς προς την κορυφή να βρεθούμε τέλος στην πατρική οικία και να δεχθούμε όπως ό άσωτος τον εναγκαλισμό της σωτηρίας. Θαυμασμός λοιπόν και αύτομεμψία. Άλλ' υπάρχει σήμερα θαυμασμός του μεγαλείου; Θαυμάζουμε εμείς την πίστη μας; Οι άνθρωποι της εποχής του Χριστού τον θαύμαζαν. Αργότερα οι άνθρωποι θαύμαζαν τους πατέρας της Εκκλησίας, τους μάρτυρες, τους οσίους. Τα περασμένα χρόνια οι προγονοί μας μελετούσαν τους βίους των αγίων και θαύμαζαν τη ζωή, τις αρετές, τα παθήματα, τα μαρτύρια τους. Σήμερα εμείς Τι θαυμάζουμε; Μήπως έπαυσε τώρα ή θρησκεία μας να έχη δύναμη και αίγλη; Όχι. Ό «Χριστός χθες και σήμερον ό αυτός και εις τους αιώνας» (Έβρ.13,8). Και όμως έπαυσε ό θαυμασμός για την πίστη μας. Αλλά θαυμάζουμε τώρα• πράγματα εφήμερα, ανθρώπινες θεωρίες πού περιέχουν λάθη, πρόσωπα άσωτα και διεφθαρμένα, με δυο λόγια τα μικρά και ασήμαντα. Όλα τα θαυμάζουμε, πλην του Ιησού Χριστού. Ώ γενεά πονηρά Και διεστραμμένη! Έπαυσε ό θαυμασμός προς τη θρησκεία μας, άλλ' έπαυσε και η προς τα έσω στροφή μας. Παύσαμε να εξετάζουμε τον εαυτό μας, να βλέπουμε την αθλιότητα μας. Ή αμαρτία κανένα δεν ανησυχεί. Πώρωσης άνευ προηγούμενου επικρατεί στις συνειδήσεις. Για αυτό λίγοι βρίσκονται στην οδό της μετανοίας, μικρό - πολύ μικρό είναι το ποίμνιο του Ιησού. Αδελφοί μου δύο είναι τα αίτια της απομακρύνσεως των περισσοτέρων από το Θεό ή έλλειψης θαυμασμού προς τη θρησκεία μας και ή έλλειψης αυτοεξετάσεως. Ας ευχηθούμε, όλοι ν' ανακαλύψουμε το μυστικό, το δρόμο αυτό της επιστροφής και μαζί με τον άσωτο υιό ν' αναφωνήσουμε κ' εμείς• «Ανάστατες πορευσόμεθα πρός τον πατέρα...» (Λουκ. 15,18)• αμήν. Επίσκοπος Αυγουστίνος Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, ή οποία έγινε στην αίθουσα του συλλόγου "40 Μάρτυρες" Κοζάνης την 9-2-1 958. Καταγραφή και σύντμησης 27-02- 2005 Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com

7/6 «Εγώ ειμι το φως του κόσμου»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
Απόστολος: Πράξ. Β' 1 – 11
Ευαγγέλιο: Ιωάν. Ζ' 37 - 52, Η΄12

«Εγώ ειμι το φως του κόσμου»
Μέσα στο φως είναι λουσμένη, αγαπητοί μου χριστιανοί, η σημερινή γιορτή της Πεντηκοστής. Στο υπερκόσμιο φως, που έλαμψε εκείνο το πρωινό στο υπερώο της Ιερουσαλήμ. Πολλά από τα τροπάρια της ημέρας, που αναφέρονται στο Άγιο Πνεύμα, αλλά και σε όλη την Παναγία και Ομοδύναμη Τριάδα, μιλούν για το φως αυτό, που εφωταγώγησε τον κόσμο. Και ο Χριστός, κατά το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα φώναξε «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος με ακολουθεί δεν θα πλανιέται στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως που οδηγεί στη ζωή. Μόνο κοντά μου θα βρείτε πλούσια τα ψηλά και θεία αγαθά της χαράς και της ειρήνης». Όποιος, λοιπόν, θ’ ακολουθήσει τον Κύριο θα είναι γεμάτος απ’ όλα αυτά τα αγαθά της Θείας ζωής, δηλαδή από Θεία ευφροσύνη και χαρά. Γιατί ο Κύριος είναι το φως του κόσμου. Κι έτσι όποιος Τον ακολουθεί και πειθαρχεί στο θέλημα και στις εντολές Του, αυτός δεν θα βρεθεί, ούτε θα περπατήσει ποτέ στο σκοτάδι γιατί μέσα του θα έχει κι αυτός το φως της Θείας και αιώνιας ζωής. Με αυτό το πνευματικό φως επιθυμούμε ν’ ασχοληθούμε κι εμείς σήμερα για ν’ αντιληφθούμε έτσι καλύτερα την σπουδαιότατη σημασία της ακτινοβολίας Του.

Προτού προχωρήσουμε, όμως, καλό θα είναι να πούμε ότι τόσο ή Παλαιά όσο και η Καινή Διαθήκη αναφέρονται εκτεταμένα για το θέμα αυτό ότι ο Κύριος είναι το φως. Αποκαλείται «το φως το αληθινόν», «το φως του ανθρώπου», «το φως το αιώνιον» κ.α. Ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής γράφει ότι «Αυτός, ο Χριστός, ήταν η ζωή και ότι η ζωή αυτή ήταν το φως για τους ανθρώπους. Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκοτάδι και το σκοτάδι δεν μπόρεσε να το επισκιάσει» (Ιωάν. Α΄4-5). Σ’ όσους όμως Το δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ Αυτό έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. Άξια λόγου είναι και τα όσα αναφέρει ο Υμνωδός για το θέμα. «Φως ο Πατήρ» μας λέει «φως ο Λόγος, φως και το Άγιο Πνεύμα». Όλα αυτά μας διδάσκουν ότι όσοι ακολουθούμε τον Κύριο δεν θα ζούμε στο σκοτάδι της πλάνης, από τη στιγμή που θα έχουμε σαν οδηγό μας το φως της ζωής (Ιωάν. Η'12).
Πράγματι, όποιος πιστεύει στον Κύριο και Τον ακολουθεί συνειδητά, αυτός φωτίζεται από το Άγιο Πνεύμα. Λαμβάνει μέσω του Ιησού το Πνεύμα, που είναι πηγή αλήθειας, θείας γνώσεως και σοφίας. Είναι το Πνεύμα αυτό που δίδαξε τους αγραμμάτους αλιείς της Γαλιλαίας να γίνουν σοφοί θεολόγοι και γνώστες του μυστηρίου του Θεού και που διδάσκει κάθε πιστό, που τον φωτίζει και τον οδηγεί στην αλήθεια. Κι’ επειδή πολλοί δεν έρχονται προς Αυτό, το Άγιο Πνεύμα δηλαδή και προς τον Κύριο, γ ι’ αυτό και δεν λαμβάνουν το φωτισμό της αλήθειας. Και καταντούν έτσι «πλανώντες και πλανώμενοι». Γι’ αυτό κι εμείς δεν πρέπει να ακολουθούμε αυτούς, αλλά να πλησιάζουμε τον Κύριο με ταπείνωση και πόθο, στον Θείο ποταμό του Αγίου Πνεύματος. Γιατί μόνο έτσι θα γνωρίσουμε καλύτερα τον Θεό και Πατέρα μας, τον Κύριο και Σωτήρα μας, τον σκοπό και προορισμό της ζωής μας και θα κατανοήσουμε και καλύτερα και τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού.
Ο φωτισμός αυτός της ψυχής, που προέρχεται από το πνευματικό φως είναι γεγονός, που παρατηρείται και στις μέρες μας, κατά πολλούς τρόπους.
Οποιοσδήποτε πιστός αφήσει ελεύθερη την ψυχή του, για να φωτισθεί από το Άγιο Πνεύμα, που εκπέμπει τις ακτίνες Του, με τη λατρευτική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας, φωτίζεται. Γίνεται θεοφώτιστος. Ξέρει, πλέον, τι πρέπει να πιστεύει και πώς να ζει. Βλέπει φως μπροστά του και δεν κινδυνεύει να σκοντάψει, να πέσει θύμα των αιρετικών, να χάσει τον προσανατολισμό του και να παραπαίει στους σκοτεινούς δρόμους της αμαρτίας. Διαφωτίζεται με την ολόφωτη χάρη της Εκκλησίας και τον λόγο του Θεού, που σαν άλλο φως φωτίζει τας «τρίβους», τους δρόμους δηλαδή της ζωής μας (Ψαλμ. ΡΙΗ΄35). Με αυτό τον τρόπο διαφωτίζεται ο πιστός και ξέρει ποιο είναι το θέλημα του Θεού, σε κάθε περίσταση της ζωής του. Γιατί το πνευματικό αυτό φως επιδρά στη ζωή μας παρόμοια προς το ηλιακό. Η παρουσία του, δηλαδή, διαλύει τα σκότη και φωτίζει τις ψυχές.
Είναι αλήθεια ότι όλοι μας διψούμε την χαρά και την ευτυχία. Κι είναι
πάντοτε βαθύς αυτός ο πόθος της χαράς και της ευτυχίας, μέσα στις ψυχές
μας. Κανένας δεν δέχεται τον πόνο, τη θλίψη, το πένθος, τον θάνατο. Όλοι
διψούμε βαθύτατα, την χαρά, την ζωή και την ευτυχία. Όμως, οι περισσότεροι
άνθρωποι κάμνουμε λάθος στην κατεύθυνση που παίρνουμε και ζητούμε την
χαρά εκεί που δεν υπάρχει πραγματικά. Τη ζητούμε στην αμαρτία. Γι’ αυτό
και γινόμαστε σαρκικοί, υλόφρονες, ζωώδεις και μένουμε διψασμένοι και
ανικανοποίητοι. Αντίθετα, όλοι όσοι αγωνιζόμαστε πιστά και είμαστε
αφοσιωμένοι οπαδοί του Χριστού και ζητούμε τον εξαγιασμό και τη σωτηρία
μας, χορταίνουμε από χαρά. Γιατί, το Άγιο Πνεύμα, που ο Κύριος χαρίζει
στους δικούς Του έχει μεταξύ των σπουδαίων καρπών και την χαρά. «Ο καρπός
του Αγίου Πνεύματος», μας λέει ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, «είναι η
αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη η
πραότητα, η εγκράτεια». (Γαλ. Ε΄ 22-23).
Αδελφοί μου! Χριστός είναι, λοιπόν, το φως του κόσμου. Φως
πνευματικό που φωτίζει τους ανθρώπους. Η θεϊκή μορφή Του είναι σαν τον
ήλιο, που στέλλει τις ζωογόνες του ακτίνες σ’ όλη την κτίση, διαλύει τα σκότη
και χαρίζει ευφροσύνη και ζωή. Όποιος πλησίασε τον Χριστό και Τον γνώρισε
με τη ζωντανή πίστη, μάλιστα και μετά από μια περίοδο αμαρτωλής ζωής,
αισθάνεται ό,τι κι εκείνος που βγαίνει μετά από μακρό διάστημα, από ένα
σκοτεινό κελλί της φυλακής στο φως του ζωογόνου ήλιου, ελεύθερος πλέον.
Ναι ο Κύριος είναι φως. Και αυτό φαίνεται από τη ζωή εκείνων, που Τον
ακολούθησαν. Άφησαν αυτοί το σκότος, την πλάνη και τη φθορά της αμαρτίας.
Ελευθερώθησαν από πάθη και μικρότητες και ανακάλυψαν τον σκοπό της
ζωής τους. Ο Χριστός τους γέμισε με αγάπη που θερμαίνει και φωτίζει, με
σύνεση και σοφία που οδηγεί και ελπίδα που στηρίζει τα βήματα στην επίπονη
πορεία της ζωής. Αν ακολουθήσουμε την πορεία αυτή να είμαστε βέβαιοι ότι
κι’ εμείς θα κερδίσουμε το αιώνιο μέλλον.
† Ηγούμενος Χρυσορρογιατίσσης Διονύσιος

Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com

Σελίδα 1 από 4