HeadShort.png

1/1 Μέγας Βασίλειος: Ο φωτισμένος ιεράρχης [Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου]

 

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Ο φωτισμένος ιεράρχης, ο πολυμαθής επιστήμων, ο σπουδαίος κοινωνικός αναμορφωτής, ο άγιος της αγάπης

Γεννήθηκε το 330 μ.Χ. στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Μεγάλωσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν μαθητές αγίων και απόγονοι μαρτύρων. Από τα 9 παιδιά της οικογένειάς του τα 4 έγιναν άγιοι. Μαθήτευσε στην Κωνσταντινούπολη, στον ονομαστό εθνικό ρήτορα Λιβάνιο. Σπούδασε ακόμη στην Νικομήδεια, ακολούθως στο πανεπιστήμιο της Αθήνας για 5 χρόνια (350-355), και αναδείχτηκε πολυμαθής στις κυριότερες επιστήμες της εποχής του (Φιλοσοφία, Ρητορική, Αστρονομία, Μαθηματικά, Ιατρική). Στην Καισάρεια διέπρεψε στην δικηγορία για 5 χρόνια. Μοίρασε την τεράστια πατρική περιουσία του στους φτωχούς. Για 5 χρόνια ασκήτεψε στον Πόντο, στον Ίρι ποταμό. Ταξίδεψε στην Αίγυπτο, Συρία, Μεσοποταμία, Παλαιστίνη και γνώρισε από κοντά τον αγγελικό βίο των μοναχών. Βαπτίστηκε σε ηλικία 30 ετών. Χειροτονήθηκε διάκονος και κατόπιν πρεσβύτερος σε ηλικία 35 ετών και εργάστηκε με ζήλο για 6 χρόνια. Αντιμετώπισε άριστα τους πλανεμένους οπαδούς του Αρείου, που με αιρετική έπαρση αρνιόντουσαν την θεότητα του Ιησού Χριστού.
Πρωτοπόρος αναδείχθηκε και στον φιλανθρωπικό και κοινωνικό τομέα. Με τα φλογερά κηρύγματά του μαλάκωνε τις καρδιές των πλουσίων -τους συγκινούσε το έργο του, η αγιότητά του και η αγάπη του- και εκείνοι συνεισέφεραν υπέρ των αναγκεμένων,
και μάλιστα στη μεγάλη πείνα του 368 μ.Χ., κατά την οποία οι ενέργειες του Μ. Βασιλείου έσωσαν πολλούς από την καταστροφή και το θάνατο. Δημιούργησε μάλιστα ολόκληρη πόλη, την πασίγνωστη ‘Βασιλειάδα’, στην οποία περιέθαλπε και
εξυπηρετούσε πάσχοντες και φτωχούς, ενώ περιλάμβανε πτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενοδοχείο και νοσοκομείο. Σε ηλικία 40 ετών χειροτονήθηκε επίσκοπος, το 370 μ.Χ. Τότε έλαμψαν πιο πολύ οι αρετές του και η αγιότητά του. Για την πνευματικότητά του και την τεράστια κοινωνική δράση του ονομάστηκε Μέγας, ενώ ακόμη ζούσε. Βροντή και αστραπή χαρακτηρίστηκαν το κήρυγμά του και η ζωή του.

Επενέβαινε υπέρ των αδικουμένων, εφάρμοσε τέλεια το μήνυμα της αγάπης του Χριστού. Διαμόρφωσε μάλιστα και θεία Λειτουργία, που έμεινε με το όνομά του σε χρήση από την Εκκλησία, και τελείται 10 φορές το χρόνο (τις Κυριακές Μ. Σαρακοστής, Μ.Πέμπτη, Μ. Σάββατο, Αγίου Βασιλείου, παραμονή Χριστουγέννων, παραμονή των Φώτων). Άριστος θεολόγος και κοινωνικός αναμορφωτής καθώς ήταν, επιβλήθηκε πνευματικά σ’ όλο τον κόσμο. Υπήρξε εξαίρετος μάλιστα συγγραφέας. Μόνο τα ασκητικά του συγγράμματα περιλαμβάνουν περίπου 500 ομιλίες του, και οι επιστολές του είναι 366. Θαυμάσιες θα παραμείνουν για πάντα οι ομιλίες του στην Εξαήμερο, στους Ψαλμούς, «Προς τους πλουτούντας», η περί Αγίου Πνεύματος πραγματεία του και ο λόγος του: «Προς τους νέους, πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα». Η φήμη του, ως καθηγητή των θείων και επουρανίων διδασκαλιών, της χριστιανικής παιδαγωγικής και θεμελιωτή του κοινοβιακού μοναχισμού, διοχετεύθηκε παντού.
Τέλη του 378 μ.Χ. μετατέθηκε η αγία ψυχή του στους Ουρανούς, σε ηλικία 49 ετών, και την 1η Ιανουαρίου του 379 έγινε η υπερβολικά πολυπληθής κηδεία του, την οποία παρακολούθησαν χριστιανοί, εβραίοι και εθνικοί. Γι’ αυτό και η Εκκλησία όρισε να τιμάται κάθε πρωτοχρονιά το θαυμαστό πρόσωπό του, που συνδύασε τόσο έξοχα την αγιότητα με την κοινωνική αγάπη, ώστε να μένει παράδειγμα στους αιώνες και δείκτης προς τους ανθρώπους για μίμησή του και προσπάθεια εφαρμογής χριστιανικών αληθειών και ευσεβούς ζωής. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, στον Επιτάφιό του προς τον Μ. Βασίλειο, λέγει τα εξής: «Εκείνος (ο Βασίλειος) περισσότερο από όλους μάς έπεισε στ’ αλήθεια ότι, αφού είμαστε άνθρωποι, δεν πρέπει να περιφρονούμε τους ανθρώπους.

Ούτε με την απανθρωπιά μας προς εκείνους, δηλαδή τους πάσχοντες, να προσβάλλουμε το Χριστό, που είναι ο αρχηγός όλων» (Ε.Π. 36, 577-580). Τα τελευταία λόγια τού όντως αγίου Βασιλείου, λίγο πριν κοιμηθεί, ήταν άλλωστε τα ίδια τα λόγια του Χριστού, όταν πάνω στο Σταυρό Του είπε: «Στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα
μου».

Από τη διδασκαλία του Μ. Βασιλείου:

«Ονομάζω λοιπόν εγώ το κοινόβιο (το μοναστηριακό) τελειότατη μορφή κοινωνικής συμβίωσης, μέσα στην οποία δεν υπάρχει ο θεσμός της ιδιοκτησίας, δεν υπάρχουν διαφωνίες. Επίσης κάθε αναταραχή και φιλονικία και έριδες βρίσκονται μακριά. Μέσα σ’ αυτή την κοινωνία βρίσκονται όλα κοινά. Κοινός ο Θεός, κοινή η σωτηρία, κοινοί οι πνευματικοί αγώνες, … ο άρρωστος σωματικά έχει πολλούς να συμπάσχουν μαζί του. Ο άρρωστος και εξαντλημένος ψυχικά έχει πολλούς που τον θεραπεύουν και με τη βοήθειά τους τον ανορθώνουν» (‘Ασκητικές διατάξεις’, 18ο κεφ., Ε.Π. 31, 1381).

«Αυτός που έγραψε για τη δημιουργία του κόσμου (ο ιερός συγγραφέας), αμέσως με τα πρώτα λόγια φώτισε τέλεια το νου μας με το όνομα του Θεού, γιατί είπε: ‘Εν αρχή εποίησε ο Θεός’. Μίλησε πρώτα για την αρχή, για να μην νομίσουν μερικοί ότι ο κόσμος δεν έχει αρχή. Έπειτα πρόσθεσε το ‘εποίησε’ για να φανερωθεί ότι η δημιουργία του κόσμου είναι ελάχιστη εκδήλωση της δυνάμεως του Δημιουργού… Αυτός δημιούργησε στην αρχή τον ουρανό και τη γη… Όσα άρχισαν σε ορισμένο χρόνο, είναι απόλυτα αναγκαίο και να τελειώσουν μέσα στο χρόνο» (1η Ομιλία στην Εξαήμερο, Ε.Π. 29, 5-9). «Είναι καλό και ωφέλιμο να κοινωνείς καθημερινά και να μεταλαβαίνεις το άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού, γιατί ο ίδιος ο Χριστός σαφώς μας λέει: ‘Όποιος τρώει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου έχει ζωή αιώνια’…. Εμείς βέβαια παίρνουμε τη θεία Κοινωνία τέσσερις φορές κάθε βδομάδα, την Κυριακή, την Τετάρτη, την Παρασκευή και το Σάββατο. Κοινωνούμε ακόμη και τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας, σε περίπτωση όμως που εορτάζεται η μνήμη κάποιου αγίου» (93 η Επιστολή «Προς Καισαρίαν πατρικίαν …, Ε.Π. 32, 484).
«Γιατί λοιπόν κλαις γι’ αυτόν που έφυγε από τη ζωή αυτή, για να αλλάξει το παλαιό φθαρτό ένδυμα και να φορέσει νέο ένδυμα της αφθαρσίας; Ούτε να θρηνείς για τον εαυτόν σου… γιατί η Γραφή λέγει ότι είναι καλό να ελπίζει κανείς στον Κύριο παρά να ελπίζει σε άνθρωπο. Ούτε να κλαις αυτόν, γιατί τάχα έχει πάθει φοβερά πράγματα. Γιατί μετά από λίγο (στη Δευτέρα Παρουσία), θα τον ξυπνήσει (το σώμα του) η σάλπιγγα από τον ουρανό και θα τον ιδείς να παρουσιάζεται μπροστά στον θρόνο του Χριστού» (‘Περί ευχαριστίας’, Ε.Π. 31, 232-233).

«Εμείς λέμε ότι τον Θεό τον γνωρίζουμε από τις ενέργειές Του. Δεν διαβεβαιώνουμε ότι προσεγγίζουμε την ουσία Του με τη δύναμη του νου μας. Και τούτο γίνεται γιατί οι ενέργειές Του φτάνουν σ’ εμάς, ενώ η ουσία Του μένει ανεξιχνίαστη… Λοιπόν με ποιο τρόπο σώζομαι; Με την πίστη…. Και να γνωρίζει κάποιος επίσης ότι ο Θεός ανταμείβει εκείνους που τον αγαπούν. Επομένως η γνώση της θείας ουσίας είναι να αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό με τη δύναμη του νου μας. Και άξιο σεβασμού είναι όχι να κατανοήσουμε ποια είναι η θεία ουσία, αλλά ότι υπάρχει η ουσία (ο Θεός)» (234 η Επιστολή, προς Αμφιλόχιο, Ε.Π. 32, 869).

«Και η εμφάνιση και το ένδυμα και ο τρόπος του βαδίσματος και το κάθισμα και ο τρόπος της τροφής και το σπίτι και τα σκεύη του σπιτιού, ας είναι όλα τακτοποιημένα με απλότητα. Ακόμη και ο λόγος και το άσμα και η συνάντηση με τον πλησίον, και αυτά ας αποβλέπουν καλύτερα στη χρήση του μέτρου, παρά στην επιδεικτική εξόγκωση… Σε όλα να ελαττώνεις την επιδεικτική μεγαλοποίηση. Να είσαι ωφέλιμος στο φίλο, ήμερος προς τον υπηρέτη, ανεξίκακος στους θρασείς, φιλάνθρωπος προς εκείνους που βρίσκονται σε χαμηλή κοινωνική κατάσταση. Να παρηγορείς τους πάσχοντες. Να επισκέπτεσαι εκείνους που βρίσκονται σε θλίψεις. Να μην περιφρονείς κανέναν απολύτως. Να μην εγκωμιάζεις τον εαυτόν σου …. Να κρύβεις όσα μπορείς απ’ τα πλεονεκτήματά σου… Να μην ελέγχεις γρήγορα και με εμπάθεια… ούτε να καταδικάζεις τον άλλο για μικρά σφάλματα… Να μην βλάπτεις λοιπόν τον εαυτόν σου θέλοντας να φαίνεσαι σπουδαίος στους ανθρώπους …. Με ποιο τρόπο θα φτάσουμε στην ταπεινοφροσύνη, που είναι σωτήρια αρετή; Μήπως όταν αποβάλλουμε το ολέθριο εξόγκωμα της υπερηφάνειας;» (20 η Ομιλία ‘Περί ταπεινοφροσύνης’, Ε.Π. 31, 537-540).

«‘Είτε τρώτε, λέγει ο απ. Παύλος, είτε πίνετε, είτε κάνετε οτιδήποτε άλλο, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού’. Λοιπόν, όταν κάθεσαι στο τραπέζι, να προσεύχεσαι. Όταν τρως το ψωμί, να ευχαριστείς εκείνον που στο έχει δώσει. Όταν πίνεις το κρασί … να θυμάσαι εκείνον που σου παρέχει το δώρο αυτό. … Περνά η ανάγκη των τροφών; Ας μην περνά όμως η θύμηση του ευεργέτη…. Τελειώνει η μέρα; Να ευχαριστείς Αυτόν που μας χάρισε τον ήλιο για να κάνουμε τις εργασίες της ημέρας, και μας έδωσε τη φωτιά, για να φωτίζει τη νύχτα και για να εξυπηρετεί τις υπόλοιπες ανάγκες της ζωής» (Λόγος στη μάρτυρα Ιουλίττα, Ε.Π. 31, 244).

«Καθαρισμός όμως ψυχής είναι η περιφρόνηση των ηδονών που προέρχονται από τις αισθήσεις. Να μην τρέφουμε δηλαδή τα μάτια μας με τις απρεπείς επιδείξεις των θαυματοποιών, ούτε να κατακλύζουμε τις ψυχές μας με ανήθικη μελωδία μέσω των

αυτιών μας. Γιατί από το είδος αυτό της μουσικής γεννιούνται … μέσα στην ψυχή πάθη,

τα οποία την υποδουλώνουν και την ταπεινώνουν. Αλλά πρέπει να επιδιώκουμε την άλλη μουσική, την ανώτερη, που οδηγεί και στο καλύτερο. Τη μουσική αυτή χρησιμοποιώντας και ο Δαβίδ, ο ποιητής των ιερών ψαλμών, ελευθέρωνε το βασιλιά Σαούλ από τη βαριά ψυχική κατάθλιψη…. Τόσο μεγάλη είναι λοιπόν η διαφορά στον άνθρωπο όταν γεμίζει την ψυχή του με καλή ή με κακή μελωδία» (Προς τους νέους, Ε.Π. 31, 581-584). «Ο ψαλμός γαληνεύει τις ψυχές, βραβεύει την ειρήνη, καταπραΰνει το θόρυβο και τα κύματα των ανήσυχων λογισμών… Πράγματι, ποιος μπορεί να θεωρεί ακόμη ως εχθρό του εκείνον με τον οποίον συμπροσευχήθηκε στο Θεό; Ώστε η ψαλμωδία προσφέρει και το μέγιστο από τα αγαθά, την αγάπη» (Ομιλία στον 1ο ψαλμό, Ε.Π. 29, 212).
«Εσύ δεν είσαι πλεονέχτης; Εσύ δεν είσαι κλέφτης, αφού σφετερίζεσαι εκείνα που δέχτηκες από το Θεό για να τα διαχειριστείς ως οικονόμος; Μήπως νομίζεις ότι θα ονομαστεί λωποδύτης μόνο εκείνος που γδύνει κάποιον και του αρπάζει τα ρούχα, ενώ εκείνος που δεν ντύνει το γυμνό, αν και μπορεί να το κάμει, αξίζει να πάρει άλλο όνομα;
Πρόσεξε! Το ψωμί που εσύ κατακρατείς, είναι του πεινασμένου. Το ένδυμα που φυλάγεις στις αποθήκες σου, είναι του γυμνού. Το παπούτσι που σαπίζει στο σπίτι σου, είναι του ξυπόλητου. Τα χρήματα που τα κατακρατείς χωμένα στη γη, είναι εκείνου που έχει ανάγκη. Ώστε λοιπόν, τόσους αδικείς, όσους θα μπορούσες να βοηθήσεις και το αρνήθηκες» (Περί πλεονεξίας, Ε.Π. 31, 276-277) - «Αυτός που αγαπάει τον συνάνθρωπό του, δεν κατέχει τίποτε περισσότερο απ’ αυτόν… Όσο κάποιος πλεονάζει
στον πλούτο, τόσο υστερεί στην αγάπη» (Προς τους πλουτούντας, ΒΕΠΕΣ, 54, Αποστ. Διακονία, 1976, σελ. 67) - «Όταν πεινάμε, τρώμε, αλλά περιφρονούμε τον φτωχό. Αν και ο Θεός είναι πλούσιος χορηγός, είμαστε σφιχτοχέρηδες και αδιάφοροι στις ανάγκες των φτωχών. Οι αποθήκες μας είναι γεμάτες από αγαθά, αλλά δεν ελεούμε αυτόν που στενάζει από δυστυχία. Γι’ αυτό και η δίκαιη κρίση μάς απειλεί. Γι’ αυτό και ο Θεός δεν ανοίγει το χέρι Του. Εμείς αποκλείσαμε την αγάπη προς τον διπλανό μας ως αδελφό μας. Γι’ αυτό και τα χωράφια μας είναι ξερά, γιατί πάγωσε η αγάπη ανάμεσά μας»

(Ομιλία εν λιμώ…. ΒΕΠΕΣ, τ. 54, εκδ. Αποστ. Διακονία, 1978, σελ. 78,79).

 

 

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

1. ‘Ο Ουρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος’, Νικολάου Νευράκη, Αθ. 1979

2. ‘Ανθολόγιο Πατερικών κειμένων’, Ευαγγ. Θεοδώρου, ΟΕΔΒ, 1983

3. ‘Οι Τρεις Ιεράρχες Χθες- Σήμερα - Αύριο’, Ν. Νευράκη, Αθ. 2004

4. ‘Ο ρόλος του Μ. Βασιλείου στη συμφιλίωση Ελληνισμού – Χριστιανισμού’, Αναστ. Β. Γιαννικόπουλου, εκδ. Μ. Γρηγόρης, Αθ. 1991

5. ‘Μέγας Βασίλειος, Βίος και Θεολογία’, Στυλιανού Παπαδοπούλου, τ. Α΄, έκδ. Β΄, Αθ. 1989

Γράφει: Μιχαήλ Χούλης, Θεολόγος

Παροιμίες για Αγία Βαρβάρα και Άγιο Νικόλαο

«Η αγία Βαρβάρα βαρβαρώνει (το κρύο), ο αϊ-Σάββας σαβανώνει κι ο αϊ-Νικόλας παραχώνει».

«Άγια Βαρβάρα γέννησε [το χιόνι] και ο Σάββας το εδέχθη, και ο Αϊ Νικόλας έτρεξε να πάει να το βαφτίσει».

«Άγια Βαρβάρα μίλησε και ο Σάββας απλοήθη, μαζώχτε ξύλα και άχυρα και σύρτε και στον μύλο Άγιο Νικόλας έρχεται στα χιόνια φορτωμένος».

«Αγια Βαρβάρα μίλησε και Σάββας αποκρίθει κι Αγιονικόλας έτρεξε να πάει να λειτουργήσει».

«Απ’ τα Νικολοβάρβαρα αρχίζει ο χειμώνας».

Πηγή: http://users.sch.gr

4/12 Η Αγία Βαρβάρα στην τέχνη και στη λαογραφία



Ανάλογη προς τον θαυμάσιο βίο και το τέλος της Αγίας υπήρξε και η έμπνευση στους ζωγράφους. Στην αρχαιότερη τοιχογραφία του αγίου Βήματος στον προσκυνηματικό ναό της Αγίας Βαρβάρας στον ομώνυμο δήμο της Αττικής, η Μεγαλομάρτυς παριστάνεται με τα μαλλιά λυτά να πέφτουν στους ώμους, να φέρει στο κεφάλι στέμμα και στο δεξί χέρι να κρατά Σταυρό. Το αριστερό χέρι είναι δυσδιάκριτο εξαιτίας της φθοράς του χρόνου. Η εικόνα αυτή έχει ύψος περίπου ένα μέτρο και σαράντα δύο εκατοστά.

Η εικόνα που βρέθηκε κατά την εκσκαφή του Αγίου Βήματος και την οποία κατ' εξοχήν ασπάζονται οι προσκυνητές, η επονομαζόμενη «εικόνα της Βέλλα» παριστάνει την Αγία με λυτά μαλλιά, με στέμμα στο κεφάλι, στο δεξί χέρι Σταυρό και στο αριστερό δάφνη. Παρόλο που η επιχρύσωση εμποδίζει τη μελέτη της εικόνας, από το πρόσωπο και μόνο φαίνεται πως πρόκειται για κειμήλιο πολυτίμητο.

Ο καλλιτέχνης πάντοτε αποδίδει στην Αγία μεγαλομάρτυρα σπουδαία ομορφιά, αφήνει να φαίνεται η παρθενική σεμνότητα, απεικονίζει το σθένος που έδειξε η Αγία κατά τις μαρτυρικές στιγμές του βίου της και του τέλους της και παριστάνει την ακαταμάχητη αγάπη της προς το Σταυρό και τον Ιησού Χριστό. ’λλοτε εικονίζει την Αγία να φέρει στο αριστερό χέρι δάφνη, που αποτελεί το σύμβολο της ολοκληρωτικής νίκης κατά του Δαίμονα, και στα δεξιά το Σταυρό. ’λλοτε να κρατά στο δεξί χέρι Άγιο Ποτήριο και στο αριστερό χέρι δάφνη ή κρίνο, που συμβολίζει την αγνότητα, την καθαρότητα και την παρθενία της μεγαλομάρτυρος, και Σταυρό μαζί και ειλητάριο, που συμβολίζει την προσευχή της Αγίας και τη δύναμη που έπαιρνε πάντοτε στις στιγμές της αγωνίας. Άλλοτε παριστάνεται να έχει το δεξί χέρι μπροστά στο στήθος σε στάση ευχαριστίας προς το Θεό και αριστερά να κρατά δάφνη. Γενικά Σταυρός, Άγιο Ποτήριο και δάφνη είναι οι καλλιτεχνικές γραμμές της εικονογραφίας που απεικονίζονται σε ποικίλους συνδυασμούς.

Η χρήση του Σταυρού, που πολλές φορές παριστάνεται να φέρει περασμένο με αλυσίδα γύρω από το λαιμό, ερμηνεύεται και σε σχέση με το θαύμα της Αγίας στο λουτρό του πατέρα της στην Ηλιούπολη. Τόσο ο Συμεών ο Μεταφραστής όσο και ο Δαμασκηνός βεβαιώνουν ότι στις ημέρες τους ακόμη μαζί με το λουτρό μπορούσε να παρατηρήσει κανείς και το σημείο του Σταυρού που αποτυπώθηκε πάνω στο μάρμαρο μετά τη χαρακτηριστική κίνηση της μεγαλομάρτυρος .

Το Άγιο Ποτήριο στα χέρια της Μεγαλομάρτυρος παριστάνει αφ' ενός την αγάπη προς το Χριστό, εφόσον μέσα στο Άγιο Ποτήριο τίθεται το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, αλλά εκφράζει αναμφίβολα και υπαινιγμούς για το αίμα της ίδιας της Αγίας, που χύθηκε υπέρ του Χριστού, καθώς το Άγιο Ποτήριο υπενθυμίζει το Αίμα του Χριστού που χύθηκε υπέρ των ανθρώπων.

Κάποτε αναπαρίσταται η Αγία να παίρνει δύναμη από την προσευχή στις στιγμές της φρικτής αγωνίας. Έτσι η Αγία εικονίζεται να υψώνει το δεξί ή το αριστερό χέρι για να προσευχηθεί κρατώντας στο άλλο τίμιο Σταυρό ή δάφνη. Όπως έντονα παραστατικά παρουσιάζεται και ο συνδυασμός της μεγαλομάρτυρος που κρατά στο δεξί χέρι ξίφος σε ανάμνηση του φρικτού θανάτου που υπέστη η μεγαλομάρτυς από τον ίδιο τον πατέρα της, στο αριστερό χέρι να κρατά Άγιο Ποτήριο, ενώ συγρόνως εναγκαλίζεται το Ιερό Ευαγγέλιο, την αλήθεια του οποίου κήρυξε ενώπιον του Μαρκιανού και του τύραννου πατέρα της, και υπέρ της αλήθειας αυτής έδωσε τη ζωή της. Τέλος πολλές φορές πάνω από το Άγιο Ποτήριο εικονίζεται αστέρι, συμβολισμός του Σωτήρος Χριστού και αποτελεί και υπαινιγμό στους λόγους της Αγίας που είπε κάποτε ότι ο Ιησούς φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο.

Η Αγία Βαρβάρα θεωρείται προστάτιδα κατά της ασθένειας της ευλογιάς. Παλαιότερα στην Ζάκυνθο, όταν υπήρχε επιδημία της νόσου, έκαναν λιτανείες και προσκυνούσαν ιερό λείψανο της Αγίας που βρισκόταν εκεί.

Παλιότερα οι γυναίκες έκαναν πίτα με αλεύρι, την έψηναν στο φούρνο και έπειτα την περιέχεαν με μέλι. Την έβαζαν κατόπιν σ' ένα τραπέζι και το τραπέζι το έβαζαν σ' ένα σταυροδρόμι. Εκεί πήγαινε ο ιερεύς και έκανε παράκληση, κατόπιν η νοικοκυρά έκοβε την πίτα και τη μοίραζε στον κόσμο. Από το μέλι της πίτας έκαναν σταυρό στην πόρτα τους. Και στο Μπαϊντίρι της Μικράς Ασίας παρασκεύαζαν τη «βαρβάρα» σε τρίστρατο, δηλαδή εορτάσιμη πανσπερμία κολλύβων.

Κατά τις λαϊκές δοξασίες, υπάρχει πνευματική σχέση μεταξύ των Αγίων Βαρβάρας, Σάββα και Νικολάου. Κοινές δε ονομασίες των εορτών τούτων είναι τα λεγόμενα «Νικολοβάρβαρα» και «Αϊνικολαόγιορτα». Επίσης, σε άσματα και παροιμίες, αναφερόμενα στη σφοδρότητα του ψύχους, το πολύ κρύο, γίνεται λόγος περί των Αγίων τούτων.

Αγιά Βαρβάρα γέννησε και αι Σάββα το 'δέχτη
Κι άις Νικόλας έτρεξε να πάη να το βαφτίση.
Αγιά Βαρβάρα 'έννησε κ' η Στελιανή το δέχτη
κι άις Νικόλας το 'κουσε και πάει να το βαφτίση,
δηλαδή το χιόνι.

Επίσης, σε πολλά μέρη, κατά την εορτή της Αγίας Βαρβάρας, οι γυναίκες «δεν σκουπίζουν για τα παιδιά».

Πηγή: http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_

4/12 Βίος της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρα

 

Η αγία Βαρβάρα αποτελεί κόσμημα του 3ου αιώνα μ.Χ. Καταγόταν από την Ανατολή και μεγάλωσε μέσα σε ειδωλολατρική οικογένεια. Ο πατέρας της, που ονομαζόταν Διόσκορος, ήταν πλούσιος, αλλά και φανατισμένος ειδωλολάτρης. Η θυγατέρα του ήταν καλοπροαίρετος άνθρωπος και κατηχήθηκε στην πίστη του Χριστού από μία ευσεβή γυναίκα. Μετά την βάπτισή της ζούσε, μέσα στον πύργο που την είχε κλεισμένη επειδή ήταν πολύ όμορφη, με άσκηση και προσευχή. Οι δυσκολίες ήσαν πάμπολλες, αλλά η αγία Βαρβάρα είχε μάθει να αναθέτη με εμπιστοσύνη στον Θεό όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε. Ο πατέρας της δεν άργησε να μάθη ότι η κόρη του είναι Χριστιανή. Άρχισε να φτειάχνη στο σπίτι του ένα λουτρό και διέταξε να ανοίξουν δύο παράθυρα. Η αγία είπε στους τεχνίτες και άνοιξαν τρία παράθυρα. Στην απορία του πατέρα της απάντησε ότι άνοιξε τρία παράθυρα, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τότε, γεμάτος θυμό όρμησε εναντίον της με ξίφος και εκείνη κατέφυγε στο δάσος. Την κυνήγησε, την συνέλαβε και την οδήγησε στον ειδωλολάτρη ηγεμόνα που προσπάθησε, πρώτα με κολακείες και ύστερα με απάνθρωπα βασανιστήρια, να την πείση να αρνηθή τον Χριστό. Επειδή όμως εκείνη έμεινε σταθερή και ακλόνητη στην πίστη της, θέλησε να την εξευτελίση και να την ντροπιάση. Γι’ αυτό και διέταξε να την ξεγυμνώσουν και να την διαπομπεύσουν σε όλη την πόλη. Δεν μπόρεσε όμως να πραγματοποιήση τον άθλιο σκοπό του, επειδή ο Θεός την φύλαξε με θαυμαστό τρόπο. Την στιγμή που προσπαθούσαν να την ξεγυμνώσουν, ντυνόταν αμέσως με καινούργια ρούχα, καλύτερα και λαμπρότερα από τα προηγούμενα. Τότε ο ηγεμόνας διέταξε να την αποκεφαλίσουν και ο πατέρας της γεμάτος μίσος και τυφλό φανατισμό, την αποκεφάλισε με ίδιά του τα χέρια, για να λάβη έτσι η μακαρία τον στέφανο του μαρτυρίου.

Ο βίος και η πολιτεία της αγίας Βαρβάρας μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Πρώτον. Η αναφορά του ανθρώπου στον Θεό και η ανάθεση σε Αυτόν, με ακλόνητη εμπιστοσύνη, των διαφόρων προβλημάτων που τον απασχολούν, είναι ένας τρόπος ζωής που τον βοηθά να πορεύεται ισορροπημένα στην ζωή του και να μην απελπίζεται, να μη τον “παίρνουν από κάτω”, όπως συνήθως λέμε. Γιατί δεν είναι μικρό πράγμα να σε μισή ο ίδιος ο πατέρας σου, να σε παραδίδη στα βασανιστήρια και τέλος να σού προξενή τον θάνατο με τα ίδια του τα χέρια. Δηλαδή, από εκεί που περιμένεις να γευθής την αγάπη, την πεμπτουσία της ζωής, να συναντάς το μίσος και τον θάνατο. Εκεί που ζητάς να ακουμπήσης για να βρής στήριγμα και παρηγοριά στις δυσκολίες της ζωής, να αντιμετωπίζεσαι εχθρικά και το σπουδαιότερο χωρίς να έχης διαπράξει κανένα παράπτωμα. Μόνον και μόνον επειδή έχεις επιλέξει διαφορετική πίστη από αυτήν που έχει εκείνος, ο οποίος έπρεπε να σε αγαπά θυσιαστικά.

Μήπως δεν συμβαίνουν και στις μέρες μας παρόμοια γεγονότα; Δηλαδή, το να θέλη κανείς να επιβάλη τις απόψεις του στον άλλο, όταν αισθάνεται ότι έχει την δυνατότητα να το κάνη, είτε με κολακείες και υποσχέσεις για καλύτερη ζωή, είτε με διαφόρους εκβιασμούς όταν ο άλλος είναι σε μειονεκτική θέση. Πολλές φορές η φτώχεια και η εξαθλίωση οδηγούν τους ανθρώπους στην απόφαση να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να υποβληθούν στην δοκιμασία της αναζήτησης καλυτέρων και πιο ανθρώπινων συνθηκών ζωής. Και τότε, δυστυχώς, λαμβάνουν χώρα αρκετά τραγικά γεγονότα, σε πολλά από τα οποία είναι πρωταγωνιστές και κάποιοι γονείς.

Δεύτερον. Η πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία και η αποστασία του από τον Θεό, τον οδήγησε στην δημιουργία υποκατάστατων του αληθινού Θεού. Στην ανακάλυψη διαφόρων θρησκειών, οι οποίες ουσιαστικά λατρεύουν τα κτίσματα και ανύπαρκτους θεούς. Ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να ελευθερώση τον άνθρωπο από την τυραννία του διαβόλου και των κτισμάτων. Η Ορθοδοξία δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, δεν είναι ανακάλυψη του ανθρώπου και με αυτή την έννοια δεν είναι θρησκεία, αλλά Εκκλησία. Δηλαδή, είναι αποκάλυψη του Ιδίου του Θεού καί, όπως τονίζει ο αείμνηστος π. Ιωάννης Ρωμανίδης, είναι “η θεραπεία της θρησκείας, ήτοι της δεισιδαιμονίας”. Δυστυχώς, γινόμαστε και σήμερα μάρτυρες άρρωστων εκδηλώσεων, όπως είναι το μίσος και ο τυφλός φανατισμός, που πηγάζουν από τα διάφορα ανθρώπινα κατασκευάσματα.

Υπάρχουν και στις μέρες μας πολλοί που υποστηρίζουν, προφανώς από άγνοια, ότι ο Θεός είναι ένας και ότι λατρεύουμε όλοι τον ίδιο Θεό. Ασφαλώς δεν υπάρχει μεγαλύτερη πλάνη από αυτήν. Γιατί ποιά σχέση μπορεί να έχη ο Άγιος Τριαδικός Θεός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που είναι Πρόσωπο, αναπτύσσει προσωπική κοινωνία αγάπης με τον άνθρωπο και διδάσκει την αγάπη ακόμα και προς τους εχθρούς, με την πληθώρα των θεών των ειδώλων ή με τον Δυνάστη θεό των διαφόρων θρησκειών, που είναι χωρίς έλεος για τους “απίστους” και εμπνέει την εκδίκηση, την μισαλλοδοξία και τον φανατισμό; Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να πιστεύη ό,τι θέλει, αλλά δεν μπορούμε να τα ισοπεδώνουμε όλα. Η βίωση της Ορθοδόξου εκκλησιαστικής ζωής εξανθρωπίζει τον άνθρωπο και τον ανυψώνει σε τέτοιο σημείο, ούτως ώστε να αγαπά, όχι μόνον τα σαρκικά του παιδιά που είναι το αυτονόητο, ή τους φίλους και τους ομοϊδεάτες του, αλλά και τους εχθρούς του και να σέβεται την διαφορετικότητά τους και την πίστη τους.

Η προσωπική κοινωνία με τον προσωπικό Θεό της Εκκλησίας γεννά την ακλόνητη εμπιστοσύνη στην αγάπη Του, η οποία απαλλάσσει τον άνθρωπο από όλα τα συμπλέγματα και τα αδιέξοδα και ανυψώνει την ανθρωπιά του.

Γράφει: Πρωτ. π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας
Πηγή: http://www.parembasis.gr